Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2008

Περί υποταγής....


Έρωτας

Να σου γλέιψω τα χέρια ,να σου γλείψω τα πόδια
Η αγάπη κερδίζεται με την υποταγή
Δεν ξέρω πώς αντιλαμβάνεσαι εσύ τον έρωτα
Δεν είναι μόνο μούσκεμα χειλιών
Φυτέματα αγκαλιασμάτων στις μασχάλες,
Συσκότιση παραπόνου,
Παρηγοριά σπασμών
Είναι προπάντων επαλήθευση της μοναξιάς μας
Όταν επιχειρούμε να κουρνιάσουμε σε δυσκολοκατάχτητο κορμί....


Ντίνος Χριστιανόπουλος.





Μου το θύμισε ο Νταλικέρης με το σημερινό του ποστ....


Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2008

Μόνη έμβασις

Ονόματα έχει πολλά...Μονεμβάσια, Μονεμβασία, Μαλβάζια, Μαλβαζούϊ, Μονεμβασσιά, Μονεμβάσσια
Μέχρι τη στιγμή που ανοίγεις το παράθυρο.

Μετά ονομάζεται αυτόματα μαγεία.


Και αφήνεσαι...


Στο Μυρτώο...



Ώσπου να βρεθείς μπροστά στη θέα του σπιτιού του


Και εκεί απλά συγκινείσαι....
Δεν έχω πολλά λόγια απόψε.
Θα μιλήσει εκείνος όπως καλύτερα απ όλους ξέρει....






Γιάννης Ρίτσος - Γιὰ την κόρη του...




Κοριτσάκι μου

Κοριτσάκι μου,
μες στο βουβό πηγάδι του φεγγαριού
σου ‘πεσε απόψε το πρώτο δαχτυλίδι σου.
Δεν πειράζει.
Αργότερα θα φτιάξεις άλλο
να παντρευτείς τον κόσμο μες στον ήλιο.
Γιατί δεν είναι κοριτσάκι
να μάθεις μόνο εκείνο που είσαι,
εκείνο που έχεις γίνει,
είναι να γίνεις
ό,τι ζητάει
η ευτυχία του κόσμου.
Άλλη χαρά
δεν είναι πιο μεγάλη
απ’ τη χαρά που δίνεις

Να το θυμάσαι κοριτσάκι.


Κοριτσάκι μου,
θέλω να σου φέρω τα φαναράκια των κρίνων
να σου φέγγουν τον ύπνο σου.

Θέλω να σου φέρω ένα περιβολάκι
ζωγραφισμένο με λουλουδόσκονη
πάνω στο φτερό μιας πεταλούδας
να σεργιανάει το γαλανό όνειρό σου.

Θέλω να σου φέρω
ένα σταυρουλάκι αυγινό φως
δυο αχτίνες σταυρωτές από τους στίχους μου
να σου ξορκίζουν το κακό
να σου φωτάνε μη σκοντάψεις



Ειρήνη ,

απόσπασμα



Ο πατέρας που γυρνάει τ' απόβραδο μ' ένα φαρδύ χαμόγελο στα μάτια
μ' ένα ζεμπίλι στα χέρια του γεμάτο φρούτα
κ' οι σταγόνες του ιδρώτα στο μέτωπό του
είναι όπως οι σταγόνες του σταμνιού που παγώνει το νερό στο παράθυρο,
είναι η ειρήνη.
'Οταν οι ουλές απ' τις λαβωματιές κλείνουν στο πρόσωπο του κόσμου
και μες στους λάκκους πούσκαψαν οι οβίδες φυτεύουμε δέντρα
και στις καρδιές πούκαψε η πυρκαϊά δένει τα πρώτα της
μπουμπούκια η ελπίδα
κ' οι νεκροί μπορούν να γείρουν στο πλευρό τους και να κοιμηθούν δίχως
παράπονο
ξέροντας πως δεν πήγε το αίμα τους του κάκου,
είναι η ειρήνη.

Ημερολόγια Εξορίας
29 Οκτωβρίου


Κοιμόμαστε λίγο' - δε μας φτάνει.
Όλη νύχτα ροχαλίζουν οι εξόριστοι -
κουρασμένα παιδιά, κουρασμένα.

Απ' όξω είναι τ' αστέρια - πολύ μεγάλα αστέρια
κουρεμένα αστέρια που οι τρίχες τους φυτρώνουν άγριες
σαν το κεφάλι τ' Άη-Γιάννη του Προδρόμου
ή σαν του δικού μας του Παναγιώτη.
Είναι και τα μικρά βατράχια μέσα στο φλισκούνι.

Το πρωί μας χτυπάει καταπρόσωπο ένας ρόδινος ήλιος
καθρεφτισμένος με τον πιο συνηθισμένο τρόπο στη θάλασσα πέρα
όμοιος με κείνες τις φτηνές ελαιογραφίες που πουλούν στα σκαλιά του Αρσακείου
κι είναι παράξενο που ένας τέτοιος ήλιος μας αρέσει.

Ένας-ένας, δυο-δυο, πολλές φορές και πιότεροι
σταματάμε στο προαύλιο ή στο λόφο και τον κοιτάμε.
Και τούτος ο ήλιος μας χτυπάει με δύναμη τα πρόσωπα
όπως εκείνος ο ξυπόλητος χωριάτης ραβδίζει
τις μυγδαλιές να πέσουν τα στερνά τους μύγδαλα.

Ύστερα σκύβουμε τα μάτια, κοιτάμε τα παπούτσια μας,
κοιτάμε το χώμα. Δεν έπεσε τίποτα.


Γυμνό σώμα.......


Είπε:
ψηφίζω το γαλάζιο.
Εγώ το κόκκινο.
Κ' εγώ.


Το σώμα σου ωραίο.
Το σώμα σου απέραντο
Χάθηκα στο απέραντο.


Διαστολή της νύχτας.
Διαστολή του σώματος.
Συστολή της ψυχής.


Όσο απαμακρύνεσαι
σε πλησιάζω.


Ένα άστρο
έκαψε το σπίτι μου.

Οι νύχτες με στενεύουν
στην απουσία σου.
Σε αναπνέω
.

Η γλώσσα μου στο στόμα σου,
η γλώσσα σου στο στόμα μου -
σκοτεινό δάσος....
οι ξυλοκόποι χάθηκαν
και τα πουλιά.

Όπου βρίσκεσαι
υπάρχω.

Τα χείλη μου
περιτρέχουν τ' αυτί σου.

Τόσο μικρό και τρυφερό
πώς χωράει
όλη τη μουσική;

Ηδονή -
πέρα απ' τη γέννηση,
πέρα απ΄το θάνατο...
τελικό κ' αιώνιο
παρόν.

Αγγίζω τα δάχτυλα
των ποδιών σου.
Τι αναρίθμητος ο κόσμος.

Κάτω απ΄όλες τις λέξεις
δύο σώματα ενώνονται
και χωρίζουν.

Μέσα σε λίγες νύχτες
πώς πλάθεται και καταρρέει
όλος ο κόσμος;

Η γλώσσα εγγίζει
βαθύτερα απ' τα δάχτυλα.
Ενώνεται.

Τώρα
με τη δική σου αναπνοή
ρυθμίζεται το βήμα μου
κι ο σφυγμός μου.

Δυό μήνες που δε σμίξαμε.
Ένας αιώνας
κ' εννιά δευτερόλεπτα.

Τι να τα κάνω τ' άστρα
αφού λείπεις
;

Με το κόκκινο του αίματος
είμαι.
Είμαι για σένα.

'Εαρινή Συμφωνία'' XVI


'Ενα άστρο έπεσε.
Είδες;
Σιωπή.
Κλείσε τα μάτια.
Μικρή σουϊτα σε κόκκινο μείζον............

με κλειστά μάτια
ολόγυμνη στο κόκκινο χαλί
περιμένει να βγάλει εκείνος τα παπούτσια του
τις κάλτσες του
να της ζυμώσει τα στήθη
δυνατά δυνατά με τα πλατιά του πόδια.....

Το ποίημα α το ποίημα
- έλεγε -
μία συνουσία αέναη
σημεία στίξης τίποτα
τελεία καμιά
μοσκοβολιά της γης
κοπριά και λεμονάνθι
και σπέρμα η αξίνα και το φτυάρι
πάνω στο μάρμαρο διπλή δουλειά
άλλο μη λες ο έρωτας ένας.


Ντύνεται γδύνεται
φωτιά τα ρούχα της η γύμνια της φωτιά
τα καρφιά λιώνουν
ένα ποτάμι σιδερένιο περνάει κάτω απ' τα δέντρα
ανοίγουν τρία παράθυρα
κοιτάζουν μέσα τα πουλιά
μ' ένα σπιρτόξυλο
στο ράμφος τους δώδεκα τζάμια
είναι κόκκινα τα έξη χρυσά.


Κάτω απ' το κρεβάτι
τα παπούτσια της κρατούν το σχήμα των ποδιών της
τη ζέστα των ποδιών της
αναπνέουν και δύο λευκά πουλιά
τα μάτια τους ολόμαυρα
στο λαιμό τους νικελένιος χαλκάς.....
Το πουκάμισό του
δεν του τοραψε
το κάρφωσε όλο με καρφίτσες
να το φορεί και να λαβώνεται
- ωραία που του πηγαίνει
έτσι ανοιχτό στο στιβαρό λαιμό του
ολόλευκο λευκό
με κόκκινες κηλίδες




Γιάννης ΡίτσοςΓεννήθηκε στη Μονεμβασιά την Πρωτομαγιά του 1909. Η οικογένειά του, μεγαλοκτηματίες που δέσποζαν στην περιοχή, καταστράφηκε οικονομικά λίγα χρόνια αργότερα, και, το χειρότερο, βυθίστηκε στο πένθος. Το 1921 πεθαίνει φυματικός ο μεγάλος γιος, δόκιμος αξιωματικός του Ναυτικού, καθώς και η μητέρα, το λατρεμένο πρόσωπο του ποιητή, από την ίδια αρρώστια. Το "νεκρό σπίτι" έμελλε να σφραγίσει τη ζωή και το έργο του. Τα πρώτα του ποιήματα δημοσιεύονται στη Διάπλαση των Παίδων το 1924, με το ψευδώνυμο "Ιδανικό όραμα". Το 1925 εγκαθίσταται στην Αθήνα όπου εργάζεται για λίγο ως δακτυλογράφος και αντιγραφέας συμβολαίων. Το επόμενο έτος προσβάλλεται κι αυτός από φυματίωση. Η ζωή του για πολλά χρόνια θα μοιράζεται ανάμεσα σε φθισιατρεία και σε διάφορες δουλειές με εξευτελιστικούς όρους (ηθοποιός, χορευτής, διορθωτής κι επιμελητής κειμένων). Στο σανατόριο της "Σωτηρίας" όπου νοσηλεύεται (1927-30) μυείται στο μαρξισμό από αγωνιστές του ΚΚΕ. Το "ιδανικό όραμα" ανακαλύπτει το κοινωνικό όραμα. "Την πρώτη και τελευταία σου λέξη / την είπαν ο έρωτας και η επανάσταση. / Όλη σου τη σιωπή την είπε η ποίηση" . Και μια απλή καταγραφή του τεράστιου σε όγκο έργου του (πάνω από 100 ποιητικά βιβλία, 4 θεατρικά, πεζά, δοκίμια, μεταφράσεις) θ' απαιτούσε πολλές σελίδες. Ας αρκεστούμε σε μια συνοπτική παρακολούθηση της ποιητικής πορείας. 1934-36: Μέσα από τον παραδοσιακό στίχο, στις παράλληλες συλλογές Τρακτέρ (1930-34), Πυραμίδες (1930-35), εκφράζει τους νέους προσανατολισμούς του επιχειρώντας μια ρήξη, που αποδεικνύεται όμως αρκετά επώδυνη. Τον Μάιο του 1936, η αιματηρή καταστολή της διαδήλωσης των απεργών καπνεργατών στη Θεσσαλονίκη, του εμπνέει τον Επιτάφιο, αυτό το μοιρολόι της μάνας μπροστά στο σώμα του σκοτωμένου γιου της, που μετατρέπεται σε κοινωνική διαμαρτυρία και εξέγερση. Στον ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο μετακενώνεται η δημοτική και λόγια παράδοση, φορτίζοντας το σύγχρονο δράμα, ενώ η ανάκληση του χριστιανικού μύθου ευαγγελίζεται μιαν άλλη ανάσταση. Ο Επιτάφιος παραδόθηκε στην πυρά από τους δικτάτορες της 4ης Αυγούστου. 1937-43: Είναι η περίοδος της λυρικής έκρηξης. Ένας μοντέρνος λυρισμός, σε ελεύθερο στίχο, όπου η μουσική ροή και τα ενσωματωμένα στοιχεία του υπερρεαλισμού πειθαρχούν στον ειρμό του αισθήματος και του στοχασμού. Ο υπαίθριος χώρος εισβάλλει με τολμηρές φωτεινές και ονειρικές εικόνες. Οργιώδης φαντασία που ξέρει να γειώνεται ακουμπώντας πάντα στα απλά πράγματα. Το 1937, συγκλονισμένος από την ψυχική ασθένεια της αδερφής του Λούλας, που οδηγείται στο Δαφνί, γράφει Το τραγούδι της αδελφής μου. (Σημειωτέον ότι στο ίδιο ίδρυμα βρίσκεται ο πατέρας από το 1932). Είναι το ποίημα που θα του χαρίσει το "χρίσμα" του γέρου Παλαμά: "Παραμερίζουμε, ποιητή, για να περάσεις". Η Εαρινή συμφωνία (1937-38) έρχεται να επουλώσει πληγές: ψυχική ανάταση και θάμβος μπροστά στο θαύμα του πρωτοφανέρωτου έρωτα. Στο Εμβατήριο του ωκεανού, (1939-40), το όνειρο του μεγάλου ταξιδιού τρέφεται με μνήμες του μονεμβασιώτικου βράχου. Αναπόληση μέσα στην άξενη πολιτεία όπου προβάλλεται κιόλας η εφιαλτική εικόνα της ναζιστικής θηριωδίας: "Οι άνθρωποι ετοιμάζουν σκάλες / με ανθρώπινα κόκαλα / για ν' ανέβουν" . Την έντονη μουσικότητα διαδέχεται ένας υπόγειος ρυθμός στην Παλιά μαζούρκα σε ρυθμό βροχής (Μακρινή εποχή της εφηβείας) , 1942, και στη Δοκιμασία (1935-43), όπου θα εισχωρήσουν προοδευτικά συμβολικές αναφορές στην κατοχική καταπίεση. Ο στίχος εκτείνεται, και το ύφος πλησιάζει "το πρότυπο της απλής συνομιλίας", τη χαρακτηριστική φωνή του Ρίτσου. 1944-53: Σ' όλη τη διάρκεια της κατοχής ο ποιητής είναι καθηλωμένος στο κρεβάτι από μια σοβαρή υποτροπή της αρρώστιας. Συμμετέχει στο καλλιτεχνικό τμήμα του ΕΑΜ. Πολλά από τα γραφτά του, μεταξύ των οποίων κι ένα μυθιστόρημα, καταστράφηκαν στα Δεκεμβριανά. Στον εμφύλιο, εξορίζεται στη Λήμνο (1948), στη Μακρόνησο ('49), στον Aη Στράτη ('50). Απελευθερώνεται το 1952. Από την Τελευταία Π.Α. εκατονταετία (1942), που γράφεται παράλληλα με τη Δοκιμασία, αρχίζει μια καινούργια περίοδος, η οποία καλύπτει αυτά τα δύσκολα χρόνια. Σχεδόν αποκλειστικά, ποιήματα του αγώνα και της εξορίας, που, αν και διαφέρουν μορφικά μεταξύ τους, τα συνδέει η θεματική συνάφεια και η μεταφορά της νωπής ιστορικής εμπειρίας: Η κοινότητα του πόνου θα εκφραστεί με τη μορφή του χορικού (Τρία χορικά, 1944-47). Την εποποιία της Αντίστασης ζωντανεύουν τα δίδυμα έργα Ρωμιοσύνη, Η Κυρά των αμπελιών (1945-47): Κλέφτες του '21 κι αντάρτες πολεμούν μαζί τον κατακτητή. Σε αντιστοιχία, η αναβίωση της παράδοσης με δημοτικούς ρυθμούς και παραστάσεις γονιμοποιεί τον μοντέρνο, κάποτε υπερρεαλίζοντα, στίχο στις επικολυρικές αυτές συνθέσεις. Στον Πέτρινο Χρόνο (1949), αντίθετα, ο λόγος απογυμνώνεται, γίνεται κραυγή που ανεβαίνει από την κόλαση της Μακρονήσου. Συμπύκνωση, εξομολογητικότητα στα απέριττα Ημερολόγια εξορίας, ενώ, παράλληλα, κυλάει ένα ποίημα ποταμός (5.500 στίχοι), Οι γειτονιές του κόσμου (1949-51), το "χρονικό" της δεκαετίας 1940-50. Με πολλά ενδιάμεσα στάδια, όπου η προσπάθεια να συντηρηθεί η φλόγα της πίστης αποκαλύπτει τα ρήγματα της ήττας της Αριστεράς, ο κύκλος κλείνει με τη συγκλονιστική Ανυπόταχτη Πολιτεία (1952-53): Συνειδητοποίηση του βάθους της ήττας με την επιστροφή στη μουδιασμένη και "εκσυγχρονιζόμενη" Αθήνα. Προσπάθεια επανένταξης κι εσωτερικός αγώνας για την ανάκτηση των χαμένων ελπίδων. 1954-67: Το 1954 ο Ρίτσος παντρεύεται με τη γιατρό Φαλίτσα Γεωργιάδη. Τα χρόνια που ακολουθούν είναι μια ανάπαυλα ειρήνης και γαλήνης στο σπιτικό περιβάλλον. Η γέννηση της κόρης του Έρης τού χαρίζει το ευφρόσυνο Πρωινό άστρο (1955). Η εποχή αυτή θα φέρει μια καινούργια καρποφορία. Εσωτερικές διεργασίες κι αντικειμενικές συνθήκες (σχετική ύφεση του ψυχρού πολέμου και κάποια φιλελευθεροποίηση και στον τομέα της αισθητικής μετά το 20ό σοβιετικό συνέδριο) αποδεσμεύουν μια πολύτιμη ύλη που θα οδηγήσει το έργο του στην αιχμή της σύγχρονης ποίησης. Είναι η περίοδος των υψηλών συλλήψεων και των ευρηματικών μορφικών τρόπων της Τέταρτης Διάστασης, που εγκαινιάζεται με την κλασική στην οικονομία της και την υποβλητική της γοητεία Σονάτα του σεληνόφωτος (1956, Α' κρατικό βραβείο ποίησης). Στα πολύστιχα αυτά ποιήματα (δραματικοί μονόλογοι τα περισσότερα), ο Ρίτσος μέσα από διαφορετικές περσόνες, σύγχρονες ή μυθολογικές, θα πραγματοποιήσει καταβυθίσεις στο σκοτεινό πηγάδι της ψυχής και του υποσυνειδήτου, θα μιλήσει για τη μοναξιά, την ερωτική στέρηση, το γήρασμα του σώματος και των πραγμάτων (Σονάτα..., Το νεκρό σπίτι, 1959, Κάτω απ' τον ίσκιο του βουνού, 1960), θα αναδείξει την αξία της απλής ζωής όπου συντελείται το θαύμα, αποενοχοποιώντας τον αντιήρωα (Ισμήνη, 1966-71), θα ανατάμει τις συνειδησιακές συγκρούσεις του ατόμου - φορέα της κοινωνικής πράξης (Ορέστης, 1962-66, Φιλοκτήτης 1963-65). Κι ακόμα θα επιχειρήσει μια δυναμική ανακατάκτηση του χρόνου μέσα από την ατομική και ιστορική μνήμη (Όταν έρχεται ο Ξένος, 1958). Οι αρχαιόθεμοι μονόλογοι αντλούν από τον κύκλο των Ατρειδών, των Λαβδακιδών και τον τρωικό κύκλο. Ο μύθος συγχωνεύεται με τις κοινωνικο-ιστορικές εμπειρίες όπως και με την ιστορία της επίσης τραγικής μονεμβασιώτικης οικογένειας. Τα ετερόκλητα στοιχεία οργανώνονται μέσα σε μια ιδιότυπη, ερεθιστική συγχρονία. Ο σχεδόν δοκιμιακός στοχασμός καλύπτεται από τη σεμνότροπη εξομολογητικότητα της καθημερινής κουβέντας. Παράλληλα με τις συνθέσεις της Τ.Δ., καλλιεργείται συστηματικά το ολιγόστιχο ποίημα, που σαν να συμπυκνώνει τους πληθωρικούς μονολόγους. Λιτό, συχνά αινιγματικό, καταγράφει χαμηλόφωνα τις ελάχιστες χειρονομίες, τους ψυχικούς κραδασμούς, καθηλώνει το φευγαλέο καθαγιάζοντας την καθημερινότητα. Ο ποιητής διαλέγεται με τον κόσμο των πραγμάτων (έπιπλα, σκεύη, εργαλεία της δουλειάς), αυτών των "απλών, απτών, αδιανόητων και κατευναστικών αντικειμένων, αυτών των μικρών συσσωρευτών της χρήσιμης ανθρώπινης ενέργειας", καθώς λέει ο ίδιος σχολιάζοντας τις Μαρτυρίες (1957-65). Τα αντικείμενα, όπως όλα τα ζώντα ή άψυχα του σύμπαντος, βρίσκονται σε συνεχή ανταπόκριση με τον άνθρωπο. Κι αυτή η ποιητική όραση που νοηματοδοτεί τον κόσμο είναι ίσως η μεγαλύτερη χάρη και δωρεά του ριτσικού έργου. 1967-72: Αμέσως μετά το πραξικόπημα του 1967, ο Ρίτσος οδηγείται πάλι στις εξορίες: Γυάρος, Λέρος, και, στη συνέχεια, τίθεται σε κατ' οίκον περιορισμό στη Σάμο, ως το τέλος του '70. Μαζί με τους δυνάστες, το φάσμα του θανάτου είναι συνεχώς παρόν (νοσηλεύεται στον 'Aγιο Σάββα φρουρούμενος). Από την άλλη, η διάσπαση του ΚΚΕ και η επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία δεν ήρθαν να τονώσουν το ηθικό του. Κι όμως η ζοφερή επταετία ήταν η πιο παραγωγική του περίοδος. Το πλήθος των βραβείων και των τιμητικών διακρίσεων στο εξωτερικό εξάλλου, όπως και οι μεταφράσεις σε διάφορες γλώσσες, μαρτυρούν τη διεθνή απήχηση του έργου του που θα αυξάνεται ολοένα. Οι δραματικές συνθήκες που σφράγισαν όλη αυτή την περίοδο μας επιβάλλουν να την ξεχωρίσουμε από την προηγούμενη, μολονότι κι εδώ καλλιεργούνται οι ίδιες ποιητικές μορφές. Η αλλαγή οπτικής και διάθεσης όχι διαθεσιμότητας υπαγορεύει και αλλαγές στο ύφος και στη γραφή: εισχωρεί ο σαρκασμός και η ειρωνεία, προπάντων το στοιχείο του παραλόγου. Η τριπλή συλλογή Πέτρες, Επαναλήψεις, Κιγκλίδωμα (1968-69) εκδόθηκε δίγλωσση στη Γαλλία: Καταγγελία του καθεστώτος αλλά και έκφραση πικρίας ένα αίσθημα "απορφανισμού", ύστερα από την κρίση στις σοσιαλιστικές χώρες. Χωρίς να λείπει η αντιστασιακή δόνηση, όπως π.χ. στο χορικό Ο αφανισμός της Μήλος (1969) ή στα Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας (1968), το κύριο σώμα των ποιημάτων αυτών των χρόνων διαποτίζεται από μια αίσθηση ματαιότητας και θανάτου. Σε συλλογές όπως Ο τοίχος μέσα στον καθρέφτη (1967-71), Διάδρομος και σκάλα (1970), Γραφή τυφλού (1972-73), εισβάλλει ο κόσμος του "ημερινού και νυχτερινού εφιάλτη". Ένας κόσμος σακατεμένος, παραμορφωμένος, παρανοϊκός. Αλλά και σε μονολόγους της Τέταρτης Διάστασης, όπως ο Αγαμέμνων, η Χρυσόθεμις, Η Ελένη (1970), Η επιστροφή της Ιφιγένειας (1971-72), το κέντρο βάρους μετατίθεται στο υπαρξιακό πεδίο. Είναι η ώρα των απολογισμών: Ο Τρωικός πόλεμος, η θυσία της Ιφιγένειας, η (σε προηγούμενη φάση, στο ποίημα Ορέστης) καθαρτήρια μητροκτονία, θέτουν τώρα το τραγικό, αναπάντητο ερώτημα: "προς τι;". Η έλλειψη νοήματος, το "μέγα τίποτα" κυριαρχεί. Η ιστορία είναι μια αέναη επανάληψη παθών, και ο ζωοποιός λόγος αυτοακυρώνεται. Μένει ο ηρωικός πεσιμισμός της Ελένης: "... Ωστόσο ποιος ξέρει / ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να αρχίζει / η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά του ανθρώπου..." Κι όμως μέσα στη δικτατορία θ' ακουστούν αιφνίδια συνθέσεις εξόδου που προοιωνίζονται μια εύφορη δημιουργία, ενδεικτική της εγρήγορσης, της θεληματικότητας και της μανίας του ακατάβλητου ποιητή. 1972-83: Το Κωδωνοστάσιο και η Γκραγκάντα (1972) ευαγγελίζονται την εξέγερση που ήταν να 'ρθει, αλλά και εγκαινιάζουν νέους εκφραστικούς τρόπους. Μετα-υπερρεαλιστική, εξπρεσιονιστική γραφή, αμάλγαμα λόγιας και λαϊκής γλώσσας. Ένας κόσμος ρευστός, όπου άνθρωποι, ζώα, πράγματα συνδιαλέγονται απειθάρχητα: "... Και τα λόγια διασταυρούμενα, ανταποκρίσεις, απομακρύνσεις, παρεξηγήσεις, τυχαίες συνέχειες το πιότερο μονόλογοι λόγια ασυνάρτητα, ασήμαντα, ερευνητικά, αναπάντητα, απαραίτητα...", σχολιάζει ο ίδιος. Ένα αλλόκοτο σύμπαν μυρμηγκιάζει στην αστείρευτη φαντασία. Ίσως αυτό να σημαίνει Γίγνεσθαι (συγκεντρωτικός τόμος που εκδόθηκε το 1977), σε σχέση μ' ένα προηγούμενο "είναι". Τα Επινίκια, επίσης συγκεντρωτικός τόμος που περικλείει συνθέσεις από το '77 ως το '83, ανακαλούν επικές μνήμες που προβάλλονται στο μέλλον. Ενοραματικές συλλήψεις του υπερώριμου Ρίτσου, ο οποίος επενδύει αξιωματικά μ' όλη του την ποιητική σκευή και τον παράφορο λυρισμό του, άλλη μια φορά, στο ιστορικό στοίχημα. *Προέκταση της ποίησής του, η πεζή εννεαλογία Εικονοστάσιο ανώνυμων αγίων (1983-86), σύντηξη ατομικών όπως και κοινωνικών βιωμάτων και ερωτικών φαντασιώσεων. Διάφορα προσωπεία του επιτρέπουν να εκφράσει μύχιες σκέψεις και επιθυμίες με δραματικούς ή παιγνιώδεις τρόπους, με μια τολμηρή, κάποτε ελευθεριάζουσα γλώσσα. Ο Γιάννης Ρίτσος πέθανε στις 11 Νοεμβρίου 1990, αφήνοντας 50 ανέκδοτες συλλογές ποιημάτων. Με το έργο του εισήλθε σ' όλα τα ορατά και αόρατα, άντλησε από το βάθος του χρόνου και το πλάτος του κοινωνικού χώρου. Εκμεταλλεύθηκε δυναμικά τον αστείρευτο πλούτο της νεοελληνικής γλώσσας. Συμφιλίωσε τους αγώνες για τα καίρια προβλήματα της εποχής μας με την εσωτερική βίωση των πραγμάτων και την αναζήτηση του νοήματος της ύπαρξης. Στις μείζονες συνθέσεις και στα μικρά ποιήματα, όπως και στα δοκίμιά του, ανέδειξε μια σύγχρονη ευαισθησία, προσαρμόζοντας τη φωνή του στους χαμηλούς τόνους της βαθιάς επικοινωνίας και της εξομολογητικότητας. Οι συλλογές που εκδόθηκαν αμέσως μετά το θάνατό του με τον τίτλο Αργά, πολύ αργά μέσα στη νύχτα είναι η ύστατη χειρονομία του. Προδομένος από το όραμά του, κοιτάζει κατάματα το θάνατο μεταγγίζοντας και τις τελευταίες στιγμές του στο λόγο. "Γεύση βαθιά του τέλους προηγείται του ποιήματος. Αρχή" .

Υ.Γ. Είμαι πολύ συγκινημένη ,το ανάφερα;;

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2008

Γλύκα...


Είπα ν αφήσω κάτι γλυκό φεύγοντας....

Κάτι όμορφο και γλυκό.

"Πάντα να βρίσκεται γλυκό στο σπίτι " φωνάζει πάντα η μάνα...

Κοπιάστε λοιπόν....
Φιλιά!!

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2008

Τοίχος....


Όπως κοιμήθηκες

με το πλευρό γυμνό

και το πρόσωπο στον τοίχο

λυπήθηκα.

Έρωτας μια ακανόνιστη ανάσα

κι ένα εγώ.






Τό βρήκα σήμερα ψαχουλεύοντας σε παλιά βιβλία και τετράδια.Δεν θυμάμαι καν ποιος το χει γράψει,ούτε τίτλο,ούτε σε ποιό βιβλίο το βρήκα.Μόνο πόσο μου άρεσε θυμήθηκα,και μου έφερε πάλι στο μυαλό ένα στίχο από τραγούδι του Βασίλη.....(με ίδιους στίχους και από Μητροπάνο)


Τα μάτια σου έκλεισες

και μ άφησες απ έξω

Άλλη μια νύχτα θα τη βγάλω στη βροχή

'Ολα για πάρτη σου και απόψε θα τα παίξω

Και θα σε χάσω

μέχρι να ρθει το πρωί

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2008

O μικρός πρίγκηπας


Το βρήκα σήμερα χαζεύντας στο δίκτυο.

Είναι απ τα βιβλία που είναι σταθερή αξία στη ζωή μου.

Συχνά πυκνά το ανοίγω και πάντα κάτι καινούριο θ ανακαλύψω...

Είπα να το μοιραστούμε.

Ο μικρός πρίγκηπας on-line λοιπόν

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2008

Όχι άλλο χρόνο




Όλα θ αλλάξουν,θα δείς...
Τα σπίτια,οι πόλεις, οι ανάσες ,η θάλασσα,ο ουρανός,
Οι άνθρωποι.

Ανάσες ξεχασμένες στο παγωμένο τζάμι
Δάκρυα που νότισαν την ύπαρξη,
Παράξενη μέρα.
Κάθε χρόνο το Μάη.
Κάθε Μάη ο χρόνος λιγοστεύει .
Χρόνος στολισμένος λουλούδια .
Λουλούδια ποτισμένα με δάκρυα.
Ταξίδι απ τα μάτια στα ακρόχειλα ,στο χώμα,στερνό αντίο και φιλί

Για ποιό ταξίδι κίνησες ναπας,
να με θυμάσαι και να μ αγαπάς,
Σου κλέβει η Ανατολή λευκό φιλί


Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

Παγιαβ(υ)λέλια...











Ένα απ τα κλασσικά παιχνίδια των παιδιών στη Μυτιλήνη παλιά ,ήταν το Παγια(υ)βλί-Παγιαυ(β)λέλ'.
Είναι χειροποίητο και κεραμικό ,μιας και η αγγειοπλαστική -ως γνωστό- είναι ευρέως διαδεδομένη στο νησί.(Κ'μαράδις μας λένε στο χωριό)



Το παγιαβλί λοιπόν είναι είδος σφυρίχτρας ,η οποία βρίσκεται στην προεξοχή δίπλα στο κεραμικό καλαθάκι.Στο καλαθάκι μπαίνει νερό,για να αλλάξει εντελώς το άκουσμα της σφυρίχτρας και να δώσει κελαρυστό τόνο στον ήχο.Σχεδόν σαν κελάιδισμα πουλιού.
Τα χρώματα του είναι συνήθως κόκκινο και μπλέ με λευκά ζωγραφισμένα σχέδια.




Η χαρακτηριστική έκφραση που έχει μείνει ακόμα είναι
"Παίξι του παγιαβλέλ'ς"
που είναι η αντίστοιχη του "εσύ παίξε το βιολί σου".

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2008

Η ματαιόδοξη προσαρμοστικότητα της απιστίας.


Απιστία δεν συγχώρεσε ποτέ.

Η σχέση στο μυαλό της περιλάμβανε πάντα δύο.

Έρωτες,λουλούδια καρδούλες αρκουδάκια και τα υπόλοιπα στερεότυπα σαχλά περιεχόμενα.

Μέχρι που τον γνώρισε.

Ψηλός μελαχρινός αδύνατος και όμορφος.

Η αγέρωχη ματιά του αγέρα.

Ο Βασίλης της Βάσως.
Και κείνη.

Η "άλλη".
Η "αντροχωρίστρα".

Αντιστάθηκε.-Γιατί;
Κρατήθηκε.-Γιατί;
Παραδόθηκε.
Στο τέλειο τρίγωνο.

Ο "άπιστος"Βασίλης.
Η "καημένη" Βάσω και εκείνη-Οι λαθεμένες ματιές του κόσμου..

Τίποτα δεν ήταν μετά το ίδιο.

Καμιά απ τις δύο δεν ένιωσε ζήλεια.
Καμία δεν ένιωσε ανταγωνισμό.
Όύτε παραμελημένη.

Και ας τις χώριζαν μόνο δυό όροφοι.

Η έννοια.Για την Βάσω.Οι καλημέρες τους.Η αγάπη που μοιράζοταν.Η προέκταση της αγάπης τους στα άκρα.Και στις δύο και από τις δύο.
Το πάθος τους.
Εκείνος για τις δύο.
Εκείνες για τους δύο .

Δεν τις περιόρισε ποτέ.Ούτε τη μια ούτε την άλλη.

Πολλές φορές κάτι βράδια απουσίας θέλησε να πάρει το μαξιλάρι της και να κατέβει κάτω.

"Κάντε πιο εκεί να πει",και να χαθεί στις τόσο γνώριμες μυρωδιές.
Στα χιλιοανακατεμένα υγρά των κορμιών τους.
Να αφεθεί στην άλλη μορφή του έρωτα.

Μα θυμόταν τις νύχτες της παρουσίας και μεταλλασόταν σε μια άλλη.
Έβγαινε και προσπαθούσε να τους αναστήσει σε ξένα κορμιά.
Στα παγκάκια του δρόμου,στις τουαλέτες των μαγαζιών,σε φτηνά κρεβάτια των άλλων.
Του κόσμου.Των απ έξω.Του κύκλου.Του κοινού κύκλου.
Και κείνος ακριβοδίκαιος έκοψε τον εαυτό του στα δύο.
Όχι δεν ήταν η απιστία που κυλούσε στο αίμα του.
Ούτε καν η ανάγκη να πνέει παντού ελεύθερος.
Ήταν τα τόσα που είχε να δώσει και στις δύο.
Στην καθεμιά ξεχωριστά.
Και στις δυό μαζί.
Ποτέ δεν είδε την μια σαν συμπλήρωμα της άλλης.
Η κάθεμια ήταν ανάγκη και έρωτας.
Ανάγκη και αγάπη.

Αγέρας πραγματικός.Και έφερε κοντά τον Ήλιο και τη Σελήνη.

Στεριά και θάλασσα.

Απιστία και δόσιμο.Πρίν και μετά.

Και ας απείχε το πριν με το μετά τρία κορμιά δρόμο.
Τεράστια απόσταση.

Παιχνίδι Ακανόνιστης και Νταλικέρη

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008

Θοδωρής Γρηγοριάδης


Χτες τέλειωσα το βιβλίο ¨Έξω από το σώμα¨του Θεόδωρου Γρηγοριάδη.
Καιρό ήθελα να γράψω για τον συγκεκριμένο συγγραφέα.
Η πρώτη επαφή έγινε μέσω μιας καθηγήτριας στην Τρίτη Λυκείου που μου χάρισε ένα δικό του βιβλίο Τον ναύτη.
Από τότε μέχρι τώρα έχει γίνει ένας απ τους αγαπημένους μου.
Έμαθα να ταξιδεύω στις σελίδες του.
Ταξίδι διαφορετικό κάθε φορά,μα γνώριμο.Ο Γρηγοριάδης έχει την ικανότητα να ανακατεύει τοπία,μύθους,συναισθήματα,θάλασσες,κάμπους,γύμνια,λιμνοθάλασσες,ανθρώπους,γοργόνες,στοιχειά,έμβρυα,χορούς,αγάπες,πάθη,μυστικά,έρωτα,καράβια,πουτάνες,γκέι,κρυμμένους άνθρωπους,αλαφροίσκιωτους ,γειτόνισσες,παιδιά,μουσικές, αλήθειες και μύθους μ ένα πολύ ιδιαίτερο τρόπο.
Η βιβλιογραφία του είναι η ακόλουθη.

Μυθιστορήματα
"Κρυμμένοι άνθρωποι", 2η έκδοση, Νέα Σύνορα Λιβάνης 1990
"Ο αρχαίος φαλλός", Νέα Σύνορα Λιβάνης 1991, 3η έκδοση, Κέδρος 1995
"Ο Ναύτης", 8η έκδοση, Κέδρος 1993
"Ο χορευτής στον ελαιώνα", 6η έκδοση, Κέδρος 1996
"Τα νερά της Χερσονήσου", 4η έκδοση, Κέδρος 1998
"Το Παρτάλι", Πατάκης 2001
"Έξω από το σώμα", Πατάκης 2003
"Αλούζα, Χίλιοι και ένας εραστές", Πατάκης 2005
"Χάρτες", Πατάκης 2007


Διηγήματα
Έρωτας σε πρώτο πρόσωπο, Κέδρος 1997
Θεοκλής, Ελληνικά διηγήματα Επιστημονικής Φαντασίας, Αίολος 1995
Οικογενειακή Πρωτοχρονιά, Περιοδικό Βιβλιοθήκη, Ελευθεροτυπία, Δεκέμβριος 2002
The Dedalus Book of Modern Greek Fantasy, Cambridge, Dedalus 2003
Ιός Δρομέας , Περιοδικό Βιβλιοθήκη, Ελευθεροτυπία, Αύγουστος 2004
Παρατηρητής νυχτερινών τρένων, ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ, Νο 121-122, Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2002
Αραβικός Επιτάφιος, ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ, Νο 141-142, Μάιος -Ιούλιος 2005
Με τον Ναύτη συνέδεσα την Μακεδονία με την Μυτιλήνη .Συνέδεσα τον κάμπο με τη θάλασσα,τις γυναίκες με τις γοργόνες, και τους οίκους ανοχής με την πιο μεγάλη αθωότητα
Στο χορευτή στον ελαιώνα έζησα το πάθος που μπορεί να κρύβει ένας χορός δυό κορμιών

Στο Παρτάλι ένιωσα την ταμπέλα που βάζουμε στους ανθρώπους ανάλογα με τις σεξουαλικές τους επιθυμίες
Στα Νερά της Χερσονήσου έζησα μια πορεία ανάμεσα σε λαούς θρησκείες και πολιτισμούς.Τους είδα να μπλέκονται και να γίνονται ένα.
Στο Έξω απ το σώμα έζησα εξωσωματικές γονιμοποιήσεις ανακατεμένες με τοπία και μύθους,με τα ένστικτα και την απελευθέρωση,με τον πόνο και την τρέλα.
Στο Κρυμμένοι άνθρωποι έγινα μέλος ενός μυστικού κρυμμένου χωριού,κλειστό στους ξένους, σε θυσίες και καταρράχτες.
Στα Hyberlinks υπάρχουν και αποσπάσματα των βιβλίων του,καθώς και η βιογραφία του συγγραφέα.

Καλημέρα είπα;;

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2008

Supergirl-Reamonn



SupergirlSupergirl
Supergirl
You can tell by the way
She walks that she’s my girl
You can tell by the way she talks she rules the world
You can see in her eyes that no one is her chi
She’s my girl my supergirl
And then she’d say it’s ok I got lost on the way
But I’m a supergirl and supergirls don’t cry
And she’d say it’s allright I got home late last night
But I’m a supergirl and supergirls just fly
And then she’d say that nothing can go wrong
When you’re in love what can go wrong
And then she’d laugh the night time into the day
Pushing her fears further along
And then she’d say it’s ok I got lost on the way
But I’m a supergirl and supergirls don’t cry
And she’d say it’s allright I got home late last night
But I’m a supergirl and supergirls just fly
Then she’d shout down the line tell me she’s got no more time
Cause she’s a supergirl and supergirls don’t cry
Then she’d scream in my face tell me to leave leave this place
Cause she’s a supergirl and supergirls just fly
She’s a supergirl a supergirl
She’s sowing seeds she’s burning trees
She’s sowing seeds she’s burning trees
She’s a supergirl a supergirl
A supergirl my supergirl


Ίσως επειδή είμαι της άποψης πως τα πράγματα δεν είναι σχεδόν ποτέ όπως φαίνονται.

Ίσως επειδή είμαι της άποψης πως ακόμα και η πέτρα ανασαίνει,αρκεί να σκύψεις πάνω της να την ακούσεις προσεχτικά.

Ίσως επειδή έμαθα να αναφέρομαι στους ανθρώπους σαν ολότητες και όχι τμηματικά.

Ίσως επειδή παραείμαι εγωίστρια.

Ίσως επειδή ήρθε στο μυαλό η Πολυτίμη μου να μου το τραγουδάει και να χοροπηδάει πάνω μου για να μου φτιάξει το κέφι...(Έτσι θα έκανε και απόψε)

Ίσως να ναι τα μεθεόρτια της πανσελήνου.

Ίσως να μην είναι τίποτα παραπάνω από στίχους και μελωδία...

Είπα να το μοιραστούμε.

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2008

Του φόνου...


Έκλεισε την πορτα πίσω της αλαφιασμένη.
Ταραγμένη διπλοκλείδωσε.Το σώμα της κύλισε στο πάτωμα σαν από σίδερο.
Σίδερο.
Σκληρή σαν σίδερο.
Έτσι "έπρεπε" να είναι μια ζωή.
Έτσι να στέκεται.
Έτσι να φαίνεται.
Στερεώθηκε στα πόδια της.
Κίνησε για την κρεβατοκάμαρα.
Πάτησε στο κρεβάτι με μανία ,σαν να έλιωνε όλα εκείνα που είχε ζήσει εκεί πάνω.Ξυπνήματα,έρωτα,παιδιά και τρυφεράδα.(Αλήθεια τα έζησε αυτά;;)
Έβαλε το χέρι πίσω απ την Γλυκοφιλούσα και πήρε το καλά κρυμμένο κουτάκι.Κουτάκι από καρφίτσες.Παλιό.
Σχεδόν δέκα χρόνια από τότε που της το άφησε η γιαγιά της φεύγοντας.
-Να το φιλάς απ τα παιδιά.Μην πάθουμε κανένα κακό.Κόρη μου κάντο.Και το βάρος στα κόκαλα μου.
Κίνησε για την κουζίνα.
Έβγαλε το ρύζι,τον άνηθο,τα φρέσκα κρεμμυδάκια και τον κιμά.
Όχι πια γιαλαντζί.Φτάνει το γιαλαντζί- μουρμούρησε στις σπίθες απ τα μάτια της.
Τα κληματόφυλλα ήταν ζεματισμένα απ το πρωί.
Το λατρεμένο του φαί.
Τσιγάρισε κιμά με τα κρεμμυδάκια και τον άνηθο,τους έριξε δάκρυ και οργή,αλάτι και πιπέρι.

Τους έριξε κανέλλα και ζάχαρη ,κάποτε αγάπησε τη γλύκα του(Πότε;;)

Και στο τέλος το ρύζι.Νυχάκι,καλά ακονισμένο.
Τα βγαλε απ τη φωτιά.

Μοσχοβόλησαν, κανέλα και πόνο.
Άνοιξε το χαρτάκι και το ριξε όλο μέσα.
Και άρχισε να τα διπλώνει.
Φύλλο στην παλάμη,μια κουταλιά απ το μίγμα,δεξί άκρο,αριστερό άκρο και τύλιγμα.

Τα ντολμαδάκια πρέπει να είναι μικρά και καλοδιπλωμένα.
Το επόμενο το δίπλωσε με τις φωνές του.
Το τρίτο με τις μπουνιές και τα μαυρισμένα μάτια της.
Το τέταρτο με την αποβολή μετά απ τη κλωτσιά, στην 7 μηνών κοιλιά της.
Το πέμπτο με το σπασμένο της κεφάλι.
Το έκτο με τις βουρδουλιές απο νεύρο βοδιού.
Το έβδομο με τους βιασμούς της κάθε φορά που δεν ξενοπηδούσε.
Το όγδοο με τον γιό της που έδιωξε όταν μια μέρα πήγε να μπει ανάμεσα.
Το ένατο με το μίσος για τους γύρω της.Για την μάνα της ,για τον πατέρα της,για τους συνένοχους και επίσης δέσμιους της.
Το δέκατο με τη γλύκα της γιαγιάς της.
Η μόνη που απ την αρχή δεν είδε με καλό μάτι το προξενιό,τον γαμπρό,τον άντρα,το ξύλο,την ηθική,τα ταμπού.Σήκω και φυγε της έλεγε πάντα.Μέχρι και στην Αστυνομία τον πήγε.Αλλά το χωριό είναι τυφλό μουγκό και κουφό.
Τα γέμισε όλα.
Τα είδε στην κατσαρόλα,τακτικά βαλμένα ένα ένα,ομόκεντροι κύκλοι.
Τα καπάκωσε με ένα πιάτο και έριξε μέσα νερό,λεμόνι και δυο άγουρα κορόμηλα...Για την απαραίτητη ξυνίλα.
Όταν έγιναν ήταν ακόμα νωρίς.Έβαλε τα καλά της και κίνησε για το νεκροταφείο.

Με μια αγκαλιά μαντζουράνες.

Όλα έγιναν-της είπε.

Κατα τις ορμήνειες σου.

Και σιώπησε μέχρι την αυγή.

Μέχρι το άγγιγμα στον ώμο της




(Λόγω ελλείψεως ιδεών λέξεων και σκέψεων..λόγω νοσταλγίας και ιστορικής αναδρομής....Καλησπέρα!)


Στη γωνιά της βιβλιοθήκης


Aν έφτιαχνα ένα λογοτεχνικό σύγγραμμα....
Δύσκολο θα ταν.

Ποτέ δεν ήμουν καλή στο να φτιάχνω σενάρια.

Ούτε πλοκή ,ούτε ιστορία.

Μόνο συνάισθήματα μπορώ να γράψω,...να προσπαθήσω να τα γράψω.

Μόνο βιώματα και καταστάσεις.
Μόνο τραγούδια σιγοψιθυρισμένα

Θα είχε πόνο να σταθώ.

Θα ήταν σκέψεις ,μνήμη,λήθη,νοσταλγία και χρώματα.
Θα ταν όνειρα χωρίς πλοκή...όσο πιο απλά γίνεται.
Θα ταν μορφές και αγάπες .
Θα ταν κομμάτι από μένα.
Γι αυτό δεν θα χε και σενάριο.
Ποτέ δεν τα κατάφερα με οργάνωση και ταξινόμηση.
Ούτε αρχή,ούτε κεφάλαια,ούτε τέλος.
Στιγμές θα ήταν και αλήθειες.
Τα ψέματα σχεδόν παραμυθένια.
Θα είχε ξωτικά,νεράιδες,στοιχειά,γοργόνες και κινούμενα σχέδια .

Θα ήταν της θάλασσας του ουρανού,των άστρων και της σελήνης.
Ένα κοινό βιβλιαράκι θα ταν.
Και δεν θα εκδίδοταν ποτέ.
Θα μενε στη γωνία της βιβλιοθήκης να ζηλεύει συγγραφείς και αναγνώσεις.
Και ίσως κάποτε να έπεφτε στα χέρια των παιδιών.
Μόνο για να τους χαρίσει την χαρά της καταστροφής.

Καθώς θα σκιζόταν μια μια σελίδα από απαλά παιδικά δαχτυλάκια.....

(Είπα να κλεψω τον τίτλο και το θέμα απ το παιχνίδι του Νταλικέρη και της Ακανόνιστης,μια και μ άρεσε)

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008

Άξιον Αγάπης


Θέλησα να συμμετάσχω στο κάλεσμα του 'Αξιον Αγάπης
απ το Χαμομηλάκι.
Και θέλησα να συμμετέχω με αυτή τη φωτό.
Είναι η πρώτη μας επαφή μετά τη γέννα.Όταν πήγα στη θερμοκοιτίδα να τον δω ,άνοιξα το τζαμι για να τον αγγίξω..
Μεμιας γράπωσε το δάχτυλο μου και αναστέναξε...
Είναι μια απ τις πιο δυνατές στιγμές μας.
Και το τραγουδάκι δικό του είναι...



Για το Χαμομηλάκι

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2008

Νι


ΜοΝοπάτια νυχτεριΝά στο επόμεΝο βήμα.
Με το Νι της Νίκης ή μήπως της Νοσταλγίας;....
Του Νόστου ή του Νησιού;;
Το δικό σου ΝτέΝτ ή το δικό σου Νιώθω...;;
ΑΝάμεσα στο Νι της Νωχέλειας ή στο Νι της επαΝάστασης;;
ΆΝοιξη επέλεξες ή το ΦθιΝόπωρο;;;
Μα γιατί ο Απρίλης δεν έχει ούτε ένα Νι ακόμα;;
Σαν τα της τριαΝτάφυλλα της Νιότης ;;
Τα τριάΝτα...
Η μάΝα
Ο πόΝος
Η οικογέΝεια
Ο ουραΝός
Το Ντέρτι
Ούτε η αγκαλιά έχει Νι (μα....εκεί προφέρεται και εΝΝοείται...)
Νούς ή Νωχέλεια
Ντο της αρχής ή ήμαρτοΝ;
Νότος ή North?
Το Νι του Ντουνιά ή το Νι του Νυχιού(του μικρού του τοσοδούλικου;)
ΣυΝτροφιά με τηΝ άμμο ή με τηΝ σελήΝη;
Της εικόΝας ή της αΝάγκης;
Ο φόβος δεΝ έχει Νι ...είναι μακρυΝός τις Νύχτες.
Ούτε ο εμφύλιος μέσα σου.
Με όΝειρα απ το Νι των αΝέμων και της αΝάσας ξεμέΝω.
ΚαληΝύχτα

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2008

Ντενεκεδούπολη


Ίσα που το θυμάμαι...
Το πολύ τριών ή τεσσάρων ήμουν.
Σε μια απ τις προφεστιβαλικές εκδηλώσεις του ΚΚΕ στο χωριό.
Στην "Τσαντήρα"(έναν απίστευτο "πολιτιστικό χώρο" που δυστυχώς παραμένει κλειστός, στο χωριό,αλλά θα τα πούμε αναλυτικά γιαυτό σε άλλο ποστ)
Πολλά πράγματα δε θυμάμαι.
Ένα διαγωνισμό ζωγραφικής με θέμα την Ειρήνη(ίσως να μην έχω ξανακερδίσει διαγωνισμό από τότε) την απίστευτη χαρά που είχα
και .....
Την Ντενεκεδούπολη!!
Το κουκλοθέατρο ,της Ευγενίας Φακίνου,για τα καημένα ντενεκεδάκια και τις καμινάδες που απειλούν ,
που τους κάνουν να μαλώνουν και ύστερα να μετανιώνουν,
που τους γκρεμίζουν το σχολείο που υποσχέθηκαν στο θείο...
Γιατί τους αρέσει η ζημιά...
Και θα χαλάσουνε την πόλη....

Και μετά τα ντενεκεδάκια αρχίζουν να αλληλοκατηγορούνται...
μέχρι να συνειδητοποιήσουν.
Η Μηλίτσα,ο Βουτυρένιος ο Σοφός...
τα αγαπημένα μου ντενεκεδάκια.
Και γω παιδί,καθισμένη κάτω με ανοιχτό το στόμα,στο πρώτο κουκλοθέατρο της ζωής μου,σε μια απ τις ιδιαίτερες παιδικές μου μνήμες.

Get your own Box.net widget and share anywhere!


Τα βρήκα και τα κατέβασα πρόσφατα...
Και θυμήθηκα....

Της Άρνης το νερό



Της Άρνης το νερό

Στίχοι: Σταύρος Σιόλας
Μουσική: Σταύρος Σιόλας
Πρώτη εκτέλεση: Σταύρος Σιόλας

Αααα...
Της Άρνης το νερό
Της Άρνης το νερό
Της αρνησιάς...
Της αρνησιάς τη βρύση

Αααα...
Της Άρνης το νερό
το ήπιες και...
το ήπιες και μ' αρνήθης

Αχ, αγάπη μου, στα χείλη στάξε να το πιω
της Άρνης το πικρό νερό,
κι αν σε ξεχάσω, αν σ' αρνηθώ
και πάλι εσένα άμα σε δω
κι αν σε ξεχάσω, αν σ' αρνηθώ
και πάλι εσένα θ' αγαπώ

Αααα...
Της λήθης το στενό
το πέρασες...
το πέρασες κι εχάθης

Αχ, αγάπη μου, στα χείλη στάξε να το πιω
της Άρνης το πικρό νερό,
κι αν σε ξεχάσω, αν σ' αρνηθώ
και πάλι εσένα άμα σε δω
κι αν σε ξεχάσω, αν σ' αρνηθώ
και πάλι εσένα θ' αγαπώ

στα χείλη στάξε να το πιω
της Άρνης το πικρό νερό,
κι αν σε ξεχάσω, αν σ' αρνηθώ
και πάλι εσένα άμα σε δω
κι αν σε ξεχάσω, αν σ' αρνηθώ
και πάλι εσένα θ' αγαπώ...

Το λάτρεψα πέρυσι με το πρώτο άκουσμα...Το θυμήθηκα σήμερα.
Καλημέρα!

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2008

Live your mythe in Lesvos


Το σημερινό θέμα το ανήρτησε ο Νταλικέρης μας
Ευχαριστώ είπα;;;



Υ.Γ.Τα γέλια δεν είδα πουθενά!!!

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2008

Φορτία





Περιεργη η χτεσινή μέρα.
Πολύ φορτισμένη.

Χρόνια μετά...πέντε!

Με μια απέραντη χαρά έφτασα.

Ίδια πρόσωπα, άλλες εικόνες άλλα τοπία.
Ίδια αγκαλιά ίδια αγάπη!

Μ ένα τεράστιο κόμπο στο λαιμό έφυγα.
Και μια μεγάλη απίστευτα μεγάλη ταραχή.
Διέσχισα τη μισή Αθήνα για να ηρεμήσω...


Την επιδίωξα όμως την κουβέντα.
Και δεν ήταν απο κείνες τις χαζοχαρούμενες του στυλ "τι κάνεις -τί έκανες -πώς ζεις τί σπιτι- τί αυτοκίνητο έχεις- πωπω πόσα χρόνια έχω να σε δω -χαρηκα και τα ρεστα"


Ήταν κουβεντα σαν και τότε.
Σαν να ταν χτες που έβγαινες απ το διπλανό μπαλκόνι,κάτι πρωινά και σφύραγες
"Δήμητρα καφέ ,και χαμήλωσε τη Χαρούλα πρωινιάτικα’’.


Και γω δώστου και να δυναμώνω...


‘’Ειναι κάτι πρωινά που ακόμα ξυπνάω και για δευτερόλεπτα σιχτηρίζω μέσα μου λέγοντας πάλι Χαρούλα ρε Δήμητρα;;Πάλι ντέρτια;;-Για μια στιγμή μέχρι να καταλάβω..."


"είναι στιγμές που οι λέξεις σου με στοιχειώνουν μ ακολουθούν και με συμβουλεύουν σαν τότε"


’Είναι κάποιες μέρες που ζωντανεύω και θυμάμαι.Μέσα από φωτογραφίες και τραγούδια.Μέσα απ το κάθε άκουσμα κιθάρας."


Είναι εκεί τόσα πράγματα,αληθινές συγκινησεις.Και εικόνες.


Και πάλι τα καταφέραμε.Λες και χτες έφτιαξα καφε πήρες την κιθάρα και αράξαμε...Έτσι είναι η κουβέντα μας πάντα.
Έτσι θα μείνει.
Ουσιαστική .


Και έρχονται στο ξαφνικό δυο τρια "χαστούκια" και ξεχνιέται η χειμέρια νάρκη.


Γιατί ούτε να χαιδεύεις έμαθες,ούτε να καθυσηχάζεις...
Ούτε ηθικές, ούτε πρέπει δέχεσαι.
Πάντα τα κατέρριπτες με λόγο και ουσία...

Και ήρθε η μέρα και άνοιξε...

Εκεί κοντά στις κεραίες ...σαν τότε.

Άλλες κεραίες άλλες κουβέντες μα τα ίδια πρόσωπα...

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008

Bαθύτατα λυπάμαι....

....αλλά χάσατε 2-0...
(Και όλο κλαίνε τα χανουμάκια...)
Αλλά εγω επειδή έχω αγάπη στα χανουμάκια θέλω να τους αφιερώσω ένα τραγουδάκι...Γιατί κατά βάθος είναι καλά παιδιά!!!!
Φιλί ένα αλλά μεγάλο!!!

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2008

Το άπαιχτο δίδυμο...


Καλησπέρα είπα;;


Υ.Γ.

Αφιερωμένο στοον Νικόλα μου(να ζήσεις παλιόγερε) και στον Κωστή μου, σαν άπαιχτο δίδυμο που είναι.





Υ.Γ.2

Άντε και στο Πολάκι μου...

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2008

Μητρέλια


Ήταν αρχές Οχτώβρη.Κυριακή και εκλογές.Πρώτη φορά την αντίκρυσα στο κρεβάτι ξάπλα.Με άσπρο νυχτικό μες τα λευκά σεντόνια έδειχνε τόσο αλλιώτικη.Τόσα χρόνια μέσα στα μαύρα ρούχα.Μαύρο τσεμπέρι,μαύρα μαλλιά ,μαύρα μάτια,σκούρη επιδερμίδα.Μια σκούρα σκιά.Όμορφη γυναίκα.Γεμάτη και ψηλή.Το χαμόγελο της το θυμάμαι πολύ αχνά και πολύ παλιά.Ίσα να διαγράφεται...
Στάθηκα στο κεφαλόσκαλο ταραγμένη
-Μητρούδα δεν θα προλάβω να σας πάρω τις αλυσίδες.
-Γιαγιά τί ναι αυτά που λές;
-Ε,καλά εγώ ξέρω..
Δεν είχαν περάσει ούτε δυο μήνες απ τη μέρα που με πήρε και πήγαμε στην πόλη στον οδοντογιατρό και έβγαλε τα χρυσά της δόντια.Την ενοχλούσαν πια-είπε.
Και γραμμή για τον χρυσοχόο.
"Θέλω να πάρετε αυτά εδώ και να τα κάνετε δυο σταυρουδάκια χρυσά.Για τις αγγόνες μου".
"Τα Χριστούγεννα θα σας πάρω και τις αλυσίδίτσες".
Μετακόμισε στο σπίτι.Βάλαμε ένα κρεβάτι στο σαλόνι και κοιμόταν εκεί.Εγώ δίπλα, στον καναπέ.Μ ήθελε δίπλα της.Για μια βδομάδα.
Την τελευταία βραδιά ήταν χάλια.Βήχας ξερός.Ήθελε νερό κάθε τόσο.
Κάθε γουλιά της και ευχή.Κάθε γουλιά της και τύψεις.Μην τυχόν και με παραβαρέσει.
Όλη της η ζωή ένα άγχος, μην τυχόν και δώσει βάρος.Ζωή γεμάτη ταλαιπωρία και βάσανα.
Ένα αλαφροπάτητο ξωτικό στα μαύρα
Γύρω στις έξι το πρωί σηκώσαμε τη μάνα και πάρθηκε η απόφαση για το νοσοκομείο.Μ έστειλε πάνω για ύπνο.
-Δεν σ άφησα να κοιμηθείς όλη νύχτα "μουρέλιμ".Άντε πήγαινε και έχεις και σχολείο.
Βαθειά μες τον ύπνο την άκουσα να λέει.
-Μητρούδα φεύγω.Την ευχή μου να χεις .Μια δασκάλα να γίνεις.
Ήταν και η τελευταία φορά που άκουγα τη φωνή της.


Από τότε κάθε Οχτώβρης φέρνει στη μνήμη εκείνη.Τη γιαγιά Δήμητρα.
Φέρνει τη γιορτή της,τα "Μητρέλια"(Χρυσάνθεμα) που αγαπούσε,τα "λαγέλια" που αγαπούσε.Φέρνει όλα εκείνα τα βιβλία που μοιραζόμασταν, η μια μετά την άλλη.
Φέρνει όλη εκείνη την αγάπη με την οποία μας μας έλουζε καθημερινά μαζί με το "Μυρτώ λεμόνι"πριν φύγουμε για το σχολειό-απέριττη αγάπη.Χωρίς λόγια.Μόνο πράξεις.
Φέρνει εκείνη εδώ και όλες τις ευχές της...



Καλό μήνα.

Πού πήγε;;