Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευχές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευχές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2019

Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας

Χτες έγινε η εκδήλωση για την Γιορτή της Γυναίκας από τον Σύλλογο Γυναικών Μανταμάδου, στο Πολύκεντρο του χωριού μας. 
Μεταξύ άλλων διαβάστηκε και το παρακάτω κείμενο.
Είναι ένα κείμενο που έχει πρόσωπο, έχει όνομα και προορισμό. 
Σαν επικήδειος, για έναν άνθρωπο που έφυγε πολύ νωρίς και αγαπήθηκε πολύ απ όσους είχαν την τύχη να τον έχουν στην ζωή τους.









Οι γυναίκες που ξέρω

Οι γυναίκες που ξέρω, γεννούν ζωή.

Βγάζουν απ’ τα σπλάχνα τους καθημερινά αγώνα αγάπη κι αισιοδοξία.  

Ντύνονται τον ήλιο το ξημέρωμα και συνεχίζουν.

 Γεννιούνται για να δίνουν συνέχεια.

Σε κάθε γωνιά της γης, με όλες τις δυσκολίες που τις φόρτωσε η ζωή από τα γεννοφάσκια τους.

Σε κάθε γωνιά του κόσμου, από το χάραμα μέχρι τη νύχτα.
Ελλάδα, Αιθιοπία, Συρία, Αγγλία, Κύπρος, Πακιστάν.
 Βαλίτσες οι ευθύνες τους.
Μια ιστορία θα σας πω απόψε.
Για ένα μικρό κορίτσι που μεγάλωνε σε μια γωνιά μίλια μακριά απ τη δική μας.

Ποτέ μου δεν τη συνάντησα, μόνο σε φωτογραφίες.

Παραμύθι θλιμμένο η ζωή της…
Κορίτσι μικρό, γυναίκα πριν την ώρα της.
Παντρεύτηκε.
Έλαμπαν οι δυο εφηβικές ματιές χωμένες μέσα σε χρυσαφένιους ταφτάδες, κοσμήματα και λουλούδια.
Αμήχανο το παιδικό τους βλέμμα.
Ένα- δυο  χρόνια ζήσανε μαζί.
Ίσα που να γεννηθεί το πρώτο τους παιδί.
Οι δουλειές λιγοστές, τα μεροκάματα τιποτένια, εκείνος έπρεπε να ξενιτευτεί.

Να πάρει τον δρόμο της μετανάστευσης αφήνοντας βαθιά υπόσχεση στα μάτια της πως θα περάσει ο χρόνος. Θα έφτιαχνε τα χαρτιά του και θα ήταν όλοι τους μαζί και πάλι.
Εκείνος, εκείνη και ο γιος τους.
 Ίσα που πρόλαβε να τον δει να περπατάει και να παίξει μαζί του πεντεξι φορές στο πάτωμα.
 Πατέρας πια, χτύπησε τη πιο κοντινή τους πόρτα για ένα μεροκάματο.
Εκείνη, της Ευρώπης.
Ετούτη, της Ελλάδας.
 Σ όποια δουλειά και αν καταπιάνονταν τα κατάφερνε καλά.
 Έπιαναν τα χέρια του, έκοβε και το μυαλό του, έμαθε και τη γλώσσα γρήγορα, όπου και να στεκόταν με αξιοσύνη και αγάπη.
 Όλοι τον αγαπούσαν.
Για να στέλνει το μεροκάματό του στην οικογένεια.
Και να μπορεί να ονειρεύεται μια αλλιώτικη ζωή.
Να ονειρεύονται μια αλλιώτικη ζωή.
Μίλια μακριά ο ένας από τον άλλον.
Μέσα από οθόνες φωτογραφίες και τηλέφωνα.
Η απώλεια εκείνης, του παιδιού του- θέριευαν. Πέρασαν κιόλας τέσσερα χρόνια.
Βάρη στο μυαλό και στην καρδιά του.
Η καλή καρδιά του. Μισή δίχως εκείνη.
Δίχως ξεκούραση, δίχως έναν άνθρωπο.
 Μέχρι τη μέρα που χτύπησε.
Τόσο άσχημα που το μόνο που μπορούσε να κουνήσει ήταν τα μάτια και το στόμα του.
 Ένας μήνας η ζωή του.
Μέχρι εκεί έφτασε και η δική της ζωή.
Μίλια μακρυά, αποχαιρετούσε τον άνθρωπό της και τη δική της ζωή.
 Άβουλος θεατής στο κουκλοθέατρο της ζωής της. Δίχως επιλογές, δίχως αποφάσεις…

Κι αν ήθελα απόψε πάνω στη γη, να υπήρχε μια γυναίκα μόνο να γιορτάζει, εκείνο το κορίτσι θα διάλεγα.
Θα διάλεγα να μπορεί, σαν κι εμάς, να δυναμώνει κάθε χρόνο τούτη τη μέρα.
Να νιώθει πως δεν είναι μόνη.
Για κείνες τις γυναίκες οι φωνές μας σμίγουν απόψε και χαμηλώνει η ματιά.
Για να μπορούν αύριο, του χρόνου, δεν ξέρω πότε θα ναι – αλήθεια- να πιαστούν απ’ το δικό μας χέρι και να βαδίσουμε μπροστά.
Μακάρι να πιαστούν απ το δικό μας χέρι.
 Μακάρι να βαδίσουμε μαζί μπροστά.


Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Γυναίκα, να εισαι δυνατή!

Γυναίκα, να είσαι δυνατή
Στην αρχή, είναι η μνήμη και η τιμή.
Τιμή για τους αγώνες που δόθηκαν.
Για τους αγώνες που κερδήθηκαν.
Με τη ματιά στο χτες.
Πόνος δάκρυ, ιδρώτας, κόπος και αίμα.
Ακολουθεί ο στοχασμός.
 Για όλα εκείνα που κατακτήσαμε. ‘Έτσι που να μπορούμε να διαβαίνουμε  τις ίδιες πόρτες πια, με τους άντρες.
 Έτσι που ο άντρας, να στέκεται στο πλευρό μας, σύντροφος, συνοδοιπόρος.
 Όχι απέναντι μας, σαν ανταγωνιστής.
Κι ακολουθούν οι λέξεις του σήμερα. Λέξεις χρωστούμενες στο αύριο. Λέξεις βγαλμένες απ’ το χθες.
 Λέξεις για τις κόρες μας.
Λέξεις και πράξεις μονάκριβες.
Για όλη την αγάπη, που φωλιάζει στην καρδιά της γυναίκας.
 Αγάπη να ξεχύνεται και να πλημμυρίζει.
 Να ποτίζει αλληλεγγύη τον διπλανό, τον δικό μας άνθρωπο, τον μεγαλύτερο, μα και τους πιο μακρινούς, τους ξένους.
Που να τρέχει σαν θα νιώσει την ανάγκη.
Χέρι δυνατό βοήθειας.
Μα πριν να ειπωθούν όλα τούτα, να μιλάμε για την αγάπη προς την ίδια. Κι αν οι λέξεις συχνά, στέκουν αδύναμες να βγουν απ’ το στόμα μας, να τις αφήνουμε απ’ τα μάτια μας να φανερώνονται.
Λέξεις όχι γι’  αγάπη ματαιόδοξη και ναρκισσιστική- εκείνη την φτιασιδωμένη, που ντύνεται ακριβά και αρωματίζεται με ψέματα.
Λέξεις γι’ αγάπη απλή και βαθειά.
Αγάπη καθάρια και τίμια.
Αγάπη για την ψυχή της.
 Αγάπη για το κορμί της. Και την φροντίδα της να ‘ναι γερό και δυνατό.
Να είναι απαραβίαστο. Ανεκτίμητο. Μονάκριβο. Αληθινό.
Λέξεις για την ομορφιά της. Την μέσα της ομορφιά. Που θα της χαρίζει κάθε χρόνο  που θα μεγαλώνει, την ηρεμία, την γέμιση, την ολοκλήρωσή της.
Αγάπη για το μυαλό της.
Την εξυπνάδα που την προίκισε η φύση.
 Την πρακτική της ματιά.
 Και την ικανότητα να μπορεί να σταθεί όρθια, να παλέψει, να διεκδικήσει και ν’ ανταποκριθεί στις τρικυμίες της ζωής.
Που θα ‘ ναι πολλές. Ο εύκολος δρόμος, χρόνια τώρα έχει πάψει να είναι για τις γυναίκες.
Γυναίκα, να είσαι δυνατή!


Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

8 του Μάρτη

Γυναίκα.
Σαν παλέτα.
Συναισθημάτων, ιδιοτήτων, ευθυνών.
Σαν το αχνορόζ της αυγής.
 Της κάθε χαραυγής.
Μέρας, αρχής, ονείρων.
Μακριά από εκείνο το κακόγουστο ροζ, που προσπαθεί να μας βαφτίσει πριγκίπισσες
 και να μας φορέσει κορώνες.
Το ροζ το καθάριο της ζωής.
Της αλήθειας.
 Φωλιασμένο βαθιά .
 Απ την πρώτη λέξη  μέχρι την ύστατη.
Αρμονική εναλλαγή με κόκκινο.
Κόκκινο το χρώμα, αγώνας, μόχθος και δουλειά.
Σκληρή δουλειά.
 Απλήρωτος μόχθος.
Κουρασμένα κορμιά, ρυτιδιασμένα μέτωπα.
Ψηλά υψωμένη γροθιά.
Γυναίκα μπροστά.
 Απ τον άντρα, τα  παιδιά, το πλήθος.
Και γαρούφαλλο στο πέτο.
Κόκκινο.
Και κείνο το μαύρο.
Για τις ελπίδες που χρόνια τώρα, μας ακυρώνουν.
Μας στερούν.
Για τα παιδιά της ξενιτιάς και τα αγγόνια που γελούν μακρινά.
Μέσα από καλώδια ή οθόνες. Δίχως ένα χάδι.
Μαύρο για τούτη τη ζωή της στέρησης.

Για τον γιο που παλεύει με την ανεργία χρόνια ,
 για την κόρη που  ίσα που τα καταφέρνει με τους πετσοκομμένους μισθούς,
για τη σύνταξη- ελεημοσύνη .
Μαύρο για το ξεπούλημα, την στερημένη περηφάνια και την κατάντια τούτου του λαού.
Μαύρο.
Για τις απολύσεις,
για τις αυτοκτονίες,
 για τις ελπίδες που μας δίνουν και είναι ψεύτικες.
Μαύρο σε αντιδιαστολή με το κόκκινο.
Το κόκκινο που μας έχει απομείνει.
Και κείνη την σφιχτά ορθωμένη γροθιά.
Το κόκκινο σαν χρώμα, σαν γυναίκα.
Και ο κόσμος δίχως το κόκκινο ξεθωριάζει.

Γράφτηκε για την γιορτή της Γυναίκας, του Συλλόγου Γυναικών Μανταμάδου, στο Πολύκεντρο του χωριού στις 8 του Μάρτη 2015.
Φιλιώ μου σ ευχαριστώ πάντα...

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

Στα 36....

Γενέθλια λοιπόν... 
Χωρις πολλες λέξεις φέτος,με μπόλικα τραγούδια δυνατά τραγουδισμένα, με τεράστιες αγκαλιές απ τα μικρά κ το μεγάλο, με ένα μπουκέτο έκπληξη κομμένο απ τα χεράκια του μεγάλου μου....-αυτό το παιδί με κάνει κομμάτια...και πολλή ζεστασιά..
.Είναι χαρά, θαλπωρή και αγάπη φέτος..
.Είναι όλο μου το είναι,ολάκερο,γελάτο, ολόκληρο...
Και του χρόνου λοιπόν...
Ένα τραγούδι αλλιώτικο φέτος και μια αγκαλιά χρώμα...











Η ουρά του αλόγου (Στίχοι: Θανάσης Παπακωνσταντίνου - Μουσική: Θανάσης Παπακωνσταντίνου)
Ο καβαλάρης τ” άλογο το “χε μες στην καρδιά του.
Που να “βρει φίλο πιο καλό να λέει τα μυστικά του.

Το τάιζε αγριοκρίθαρο, τετράφυλλο τριφύλλι,
στολίδια είχε στη σέλα του με λαμπερό κοχύλι.

Ήταν λευκό, ήταν κάτασπρο, ήταν γοργό και ξύπνιο,
κάλπαζε στα γυμνά βουνά και ξέφευγε απ” τον ίσκιο.

Μα ένα παλιομεσήμερο, σε μια συκιά από κάτω,
αστρίτης στραβογάμησε και δίνει δαγκωσιά του.

Δεν πέρασαν πέντε λεπτά μα πέρασαν αιώνες
ο καβαλάρης το θρηνεί, χαϊδεύει τους λαγώνες.

«Σύντροφε που ξανοίγεσαι, που χάνεσαι και φεύγεις;
Ας δώσουμε όρκο. Με καιρούς θα σ” εύρω ή θα μ” εύρεις».

Σκυφτός γυρνάει στο σπίτι του, σκυφτός την πόρτα ανοίγει,
καρφώνει τα παράθυρα και στο πιοτό το ρίχνει.

Το άλογο στο μεταξύ τα όρνια το τυλίξαν
το σκελετό και την ουρά μονάχα που τ” αφήσαν.

Περνούσε κι ένας μάστορας που “μαθε στην Κρεμόνα
να φτιάχνει βιόλες και βιολιά που να κρατάνε χρόνια.

Είδε την τρίχα της ουράς άσπρη και μεταξένια,
την πήρε κι έφτιαξε μ” αυτή δοξάρια ένα κι ένα.

Δυο μήνες έκανε ο νιος ν” ανοίξει παραθύρι
την Τρίτη την πρωτομηνιά βγαίνει στο πανηγύρι.

Εκεί “ταν λαουτιέρηδες που θέλαν” παρακάλια
ήταν κι ένας βιολιτζής που έπαιρνε κεφάλια.

«Γεια και χαρά στου βιολιτζή. Χρήμα πολύ θα δώσω.
Θέλω ν” ακούσω απ” τα καλά, μήπως και ξαλαφρώσω».

Δέκα φορές το πέρασε ρετσίνι το δοξάρι,
ταιριάζει στο σαγόνι του, τ” όργανο με καμάρι,
και σαν αρχίζει δοξαριές, μια πάνω και μια κάτω,
τον κόσμο φέρνει ανάποδα, τη γη μέσα στο πιάτο.

Πετάει με χούφτες τα λεφτά, ο άντρας και χορεύει
ακούγεται χλιμίντρισμα και το μυαλό του φεύγει









Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Στο τέλος των γιορτών...




 Παράπονο μου- Ξανθίππη Καραθανάση
Θα βάλουν πάλι τις σημαίες στα μπαλκόνια
και οι φαντάροι καλοκαιρινά,
κι εγώ πιο μόνος κι από τ’ αηδόνια,
μπροστά στην πόρτα σου θα `ρθω για ζητιανιά,
κι εγώ πιο μόνος κι από τ’ αηδόνια,
μπροστά στην πόρτα σου θα `ρθω για ζητιανιά.

Θα παίξω πάλι στα κρυφά το θάνατό μου
σα νυχτοπούλι μέσα στις αυλές,
μη με μαλώνεις παράπονό μου,
είμαι μικρός και δεν αντέχω τις πληγές,
μη με μαλώνεις παράπονό μου,
είμαι μικρός και δεν αντέχω τις πληγές.

Θα ρίξουν πάλι το σταυρό στην παραλία,
πως με πληγώνουν τούτες οι γιορτές,
μη με κοιτάζεις με μάτια κρύα,
κι ειν’ τα τραγούδια μου πιο μόνα από χτες,
μη με κοιτάζεις με μάτια κρύα,
κι ειν’ τα τραγούδια μου πιο μόνα από χτες

 Τ άκουσα τ αγάπησα τ ανεβάζω...
Καλησπέρα...
Και του χρόνου
Φώτα αναμμένα τα μυαλά και οι σκέψεις μας...

Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2014

Σήκω κυρά΄μ να στολιστείς...(ξανά)

Επειδή η σημερινή νύχτα είναι μια απ τις πιο όμορφες νυχτιές στο χωριό, μελωδική, αλλιώτικη,κρύα παραδοσιακή και απόλυτα ανδρική ,και επειδή οι γιορτές τελειώνουν, θα τελειώσουν με τ αγαπημένα μου κάλαντα..


Το σπίτι στην εντέλεια κάθε τέτοια νύχτα...Στολισμένο και καθαρό.
Πάνω στο τραπέζι ο ασημένιος δίσκος ,με το πλεκτό πετσετάκι μέσα, και τα καθαρά ποτήρια.
Η φοντανιέρα με τα σοκολατάκια δίπλα,και μια ακόμα με μανταρίνια καθαρισμένα.
Όλα σε ετοιμότητα πριν πέσει η μάνα για ύπνο.
Παραμονή των Φώτων.
Και ανδροπαρέες ξεχυμένες στο χωριό εκεί γύρω στις δώδεκα,ίσως και παραπάνω.
Τα Κάλαντα των Φώτων.
Και άρχιζαν οι πρώτες φωνές να ζυγώνουν τραγουδώντας στην Αλάνα.
Βραχνές,φάλτσες,καλίφωνες,αταίριαστες....


Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας

Χριστού τη θεία βάπτιση να πώ στ’ αρχοντικό σας


Άρχιζαν οι πρώτες μαντεψιές.
Είναι εκείνος,είναι ο άλλος...
Ώσπου να φτάσουν στην πόρτα,τραγουδώντας και χτυπώντας.


Αύριο είναι των Φωτών που αγιάζει ο κόσμος όλος

Και οι παπάδες περπατούν με το σταυρό στο χέρι

Και μες τα σπίτια μπαίνουνε και λεν τον Ιορδάνη

Βοήθεια να ‘χουμε τον Χριστόν τον Άγιο Ιωάννη


Ο πατέρας αγουροξυπνημένος,κατέβαινε και άνοιγε.
Ήχος πιο δυνατός,και μεις στο κεφαλόσκαλο να δούμε ποια παρέα ήταν.
Να επιβεβαιώσουμε ποιά παρέα ήταν.


Στη Γαλιλαία ήτανε κι ήρθε να μαρτυρήσει

Πως ο Χριστός βαπτίζεται σ’ Ανατολή και Δύση

Σαν φωτιστούνε τα βουνά κι οι θάλασσες βουλιάξουν

Θα αρμενίζουν με χαρά και το θεό δοξάζουν


Να γελάσουμε με τα μεθυσμένα καλαμπούρια και τις ήδη βραχνιασμένες φωνές.
Με τα κεράσματα και τις ευχές

Σήκω κυρα μ’ να στολιστείς να πας ταχιά στα Φώτα

Που θα βαπτίζουν το Χριστό κι είναι μεγάλη η δόξα

Φέρτε πανέρια κάστανα πανέρια πορτακάλια

Αν έχεις και γλυκό κρασί κέρνα τα παληκάρια

Να πιουν να ξεβραχνιάσουνε να τραγουδούν καθάρια


Και μετά πάλι πίσω στα κρέβάτια μας.
Μέχρι τις τρείς περίπου το πρωί.
Μελωδίες και τραγούδια.
Πού και που καμια καντάδα ξώφαλτση κάτω από ανοιχτά παράθυρα.
Και γέλια.
Πώς τη ζήλευα αυτή τη νύχτα πάντα..και τις ανδροπαρέες όλες...
Τα πιο όμορφα κάλαντα,και η πιο όμορφη νυχτιά των γιορτών στο χωριό.
Τη νύχτα που τα τραγούδια και οι φωνές θα διώξουν τα καλικαντζαράκια κάτω απ τη γη.
Ξανά να ροκανίζουν το δέντρο της ζωής...

"Των Θεοφανείων όμως... «Φέγατε, να φεύγουμε, τι έφτασ’ ο τουρλόπαπας με την αγιαστήρα του, ο παπάς με αγιασμό, χωριανοί με το θερμό.»

Κι έτσι γυρίζουν κακήν κακώς στον κάτω κόσμο.

Αλλά εκεί -ωχ! συμφορά τους!-.

Το δέντρο της γης έχει θρέψει κι άντε πάλι την πριόνα απ’ την αρχή.

Και άιντε πάλι οι μαύροι...

Κόβε πριονάκι μου κι η ώρα πλησιάζει.

Χριστούγεννα ζυγώνουνε... το αίμα μας και βράζει!"

(Απ την αγέλαστη πολιτεία των Κατσιμιχαίων)



Δυστυχώς τα κάλαντα δεν τα βρήκα σε μουσικό κομμάτι...

Μόνο τους στίχους θυμόμουν.

Πάντως πραγματικά είναι τα πιο όμορφα κάλαντα..



Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας

Χριστού τη θεία βάπτιση να πώ στ’ αρχοντικό σας

Αύριο είναι των Φωτών που αγιάζει ο κόσμος όλος

Και οι παπάδες περπατούν με το σταυρό στο χέρι

Και μες τα σπίτια μπαίνουνε και λεν τον Ιορδάνη

Βοήθεια να ‘χουμε τον Χριστόν τον Άγιο Ιωάννη

Στη Γαλιλαία ήτανε κι ήρθε να μαρτυρήσει

Πως ο Χριστός βαπτίζεται σ’ Ανατολή και Δύση

Σαν φωτιστούνε τα βουνά κι οι θάλασσες βουλιάξουν

Θα αρμενίζουν με χαρά και το θεό δοξάζουν

Σήκω κυρα μ’ να στολιστείς να πας ταχιά στα Φώτα

Που θα βαπτίζουν το Χριστό κι είναι μεγάλη η δόξα

Φέρτε πανέρια κάστανα πανέρια πορτακάλια

Αν έχεις και γλυκό κρασί κέρνα τα παληκάρια

Να πιουν να ξεβραχνιάσουνε να τραγουδούν καθάρια


Και του χρόνου γιορτές... και αύριο είπαμε πάμε να πιάσουμε σταυρό....
η θάλασσα θα χει 15 βαθμούς...
Να δω ποιός θ αντέξει να βουτήξει...
Στο Λαύριο αδερφια...

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ

Πριν μερικές ώρες έφτασε ο καινούριος χρόνος...

Ποδαρικό με ρόδι...
Να ναι κόκκινος, να ναι δικός μας,
Να είναι γεμάτος...
Υγεία,
Αγάπη,
Τρανταχτά γέλια,
Δυνατά τραγούδια,
Όλα τα παιδιά του κόσμου γελαστά

Και πολλές πολλές πολλές στιγμούλες μικρές ,αλλά από εκείνες που κάνουν τη ματιά να σπιθιρίζει


Και επειδή ο χρόνος αυτός θα είναι γλυκός...
κερνάμε γλυκά...
Αααα έφτασε και ο Άη Βασίλης στο σπίτι μας...
Όλη η χαρά της μέρας στη χαρούμενη κραυγή του μικρού 
όταν είδε το γάλα του Άη Βασίλη να έχει λιγοστέψει, τα μελομακάρονα και την πίτα να έχουν φαγωθεί
και το καρότο για τον Ρούντολφ να λείπει...
(και τα δώρα, μην ξεχιόμαστε)

Καλή χρονιά
2014 μεγάλα φιλιά


Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

" Αντιλογισμός "

Παρασκευή...μιας πολύ παράξενης βδομάδας, στην καρδιά των γιορτών στο φόρτε των ευχών και στο τέλειωμα του χρόνου.
Ενός πολύ παράξενου χρόνου.
Καταρχήν οι ευχές...
Απ τις άλλες όμως.
 Όχι εκείνες τις τετριμμένες, τις βαρετές, τις ανούσιες.
Τις άλλες.
Για γεμάτες μέρες, ουσιαστικές με πολύ συναίσθημα.
Για αλλαγή όλων αυτών που μας ζορίζουν, μας καταπιέζουν, μας σκλαβώνουν, μας στερούν την ελευθερία μας.
Με πολλά χρώματα, πολλές εικόνες ,πολύ μουσική, πολλές μυρωδιές και άλλες τόσες γεύσεις.
Με λιγότερη τηλεόραση, λιγότερη κατανάλωση, λιγότερο έχειν και περισσότερο νιώθω.
Και εκεί πάνω στις σκέψεις για το 13 που φεύγει, ανάμεσα σε μπόλικη φόρτιση, ανακούφιση, κούραση, νοσταλγία, πολλή θάλασσα, πολύ ταξίδι, άπειρες εικόνες,λίγο από πίκρα,λίγο από δάκρυ, πολύ από κάθαρση, αρκετά από εξομολογήσεις,ένας καθρέφτη ακριβώς απέναντι μου.Κατευθείαν μέσα μου.
 Θέλω να φύγει τούτη η χρονιά.
 Ν αλλάξει.
Γιατί το 13 ήταν πολύ δύσκολη χρονιά.
Με δοκιμασίες και μεγάλες αποφάσεις.
Προσωπικά, κοινωνικά,πολιτικά, πολύ δύσκολη χρονιά.
Για όλους.
Και για να φύγει γλυκά και όμορφα θα την στολίσω....
Γι αυτό θα την κάνω συναίσθημα.
Και θα ναι ένα πολύ πρόσφατο συναίσθημα, ή μάλλον το πιο νωπό.
Χτεσινό.
Στην κουνιστή δίπλα στο τζάκι.Έφτασε πρώτα η μικρή. Έγειρε το μαγουλάκι της στο γόνατο μου και με τη ζεστή χουφτίτσα της χάιδευε το κάτω μέρος του παντελονιού αφημένη στα χάδια στα μαλλάκια της. Μετά από μερικά λεπτά στην ίδια ακριβώς στην ίδια στάση στο άλλο μου πόδι άραξε ο μεγάλος μου. Και πάνω στα δυό μου γόνατα ξεχύθηκαν τα χρυσοκαφέ τους τα μαλλάκια και όλη μου η ψυχή έλιωσε. Αγάλλιασε. Για δυό στιγμές και έναν αιώνα.Ολοκλήρωση.

Γι αυτό επιλέγω να την κάνω εικόνα
Εικόνα θαλασσινή. Δυνατή και απόλυτη.Καλοκαιρινή και κατάφωτη.
Εικόνα γαλήνης.

Γι αυτό επιλέγω να της δώσω γεύση.
 Γεύση αχινού φρέσκου, βγαλμένου απ τη θάλασσα, ανοιγμένου και έτοιμου να φαγωθεί.
Ή ακόμα και γλυκού του κουταλιού.
Πορτοκάλι.


Γι αυτό επιλέγω να την κάνω τραγούδι.
Ένα διάσπαρτο τραγούδι, με σκόρπιους στίχους, και νότες να κολυμπούν στη σκέψη καθώς τελειώνουν οι μέρες του.
Πέντεξι στίχους να εκφράσουν καλύτερα από κάθε λέξη το αντίο στο χρόνο τούτο.
 Με μπόλικο από έλλειψη.


Σ’ ένα ακρογιάλι μια βραδιά, στου φεγγαριού τη χάση 
άραξε τη γαλέρα του μέχρι ο νοτιάς να πάψει 
και μάγεψε τη σκέψη του μιας κόρης το φιλί 
και η γαλέρα εμίσεψε με δίχως τον Αλή...

Ακόμα κι αν φύγεις 
για το γύρο του κόσμου 
θα’ σαι πάντα δικός μου 
θα είμαστε πάντα μαζί

Εσύ μου θύμισες πώς είναι να θες με όλη την καρδιά σου να βρίσκεις πάλι τα όνειρα σου
μέσα στο φιλί.

Δάκρυ που κυλά στο μαξιλάρι μου ζάλισε με να αποκοιμηθώ πως ξαπλώνεις στο κρεβάτι πλάι μου άλλη μια φορά να ονειρευτώ

Πάρε με στ’ όνειρο μαζί σου 
κοντά σου να ξενιτευτώ 
πόσο ν’ αντέξω παραπάνω 
της μοναξιάς τον πυρετό

Πάρε ένα μαχαίρι μάτια μου και κόψε αυτά που μας κρατάνε διάλεξε την ώρα κι άφησε
όλα όσα μας γυρνάνε.

Αυτή η ατέλειωτη η γλύκα σου πως με τραβάει να `ξερες να περπατήσω δίπλα σου με θάρρος στην ζωή
Αυτή η ατέλειωτη η δίψα σου για της ζωής το άγνωστο τι μού `χεις δώσει να `ξερες και πού να φανταστείς
Αγάπη μου τρελή να με ζητάς μην κουραστείς

Δε θέλω λόγια εγώ σε ένα φάκελο κλειστό χωρίς μια μυρωδιά
απ`τα δικά σου τα μαλλιά. Δε θέλω γράμματα να λένε πράγματα σκληρά να λένε, ως εδώ εμείς οι δυο.

Εσύ κι εγώ κι οι δρόμοι,
το φως δε λέει συγγνώμη, 
τρέμει, χαράζει κι ανασταίνεται,
μάτια που κλαίτε μ' αρρωσταίνετε 
ζητώντας τ' όνειρο 
μια ζωή παραμύθι κι όνειρο.

Στην προηγούμενη ζωή μου είχα φτάσει ν
α σ’ αγαπήσω, να σε νιώσω, να σε βρω
Κι ύστερα απ’ αυτό μ’ είχες καταδικάσει 
ως την επόμενη ζωή να σ’ αγαπώ

Να έφευγα για πάντα στο Παρίσι να μην επεφτα πάνω σου τυχαία 
να μην ήσουν η μόνη προκυμαία 
που θέλω το ταξίδι μου να κλείσει

Δεν είσαι από 'δω, είσαι απ' άγνωστα μέρη 
σ' έχει στείλει ένα αστέρι να με νιώθεις 
και να μ' αγαπάς 
μια προσευχή, μια ευχή σ' ένα αστέρι 
που κανένας δε ξέρει, σ' έχει φέρει
για να μ' αγαπάς

Θέλω να σου στείλω μια λευκή κόλλα χαρτί 
γιατί είσαι η μόνη που μπορεί τη σιωπή μου να διαβάζει.
Ήσουν παράθυρο που άντεξε στου αέρα την οργή 
μα λύγισες στ’ αρώματα του Μάη

Ήρθες ζεστός από ταξίδι 10 φορές το γύρο της γής έλειπες για καιρόκι είχες πολλά να δεις 
Δε ξεχνάει η καρδιά με τη πρώτη δυσκολία έλα κοντά, πάμε ξανα, μαζί 

Τώρα θα πιάσω σπίτι στον παράδεισο τσάμπα οικόπεδο σε παράλια.
Του έρωτα θα βάλω το πουκάμισο και θα νικήσω δίχως πανοπλία.

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013

Άντε και του χρόνου....

 Να μαστε γεροί, να μαστε καλά,
 να χουμε αγάπη ,
και να ζούμε κάθε στιγμή ξεχωριστά ,
όσο μικρούλα και να ναι
μαγικά!
Καλές γιορτές...



Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

Κατερίνα




Της Κατερίνας σήμερα.
Πολλές πάντα οι Κατερίνες γύρω μου.
 Πολλές και σημαντικές.
Μάνα, γιαγιά, φιλενάδες, κουμπάρες.
 Από παλιά, μέχρι τώρα που το Κατερινάκι μου στολίζει τις μέρες μου.
Γι αυτό πλέον τούτη η μέρα, είναι απ τις πιο επίσημες και ιδιαίτερες μέρες μας.
Γιατί γιορτάζει το κορίτσι μου, 
η μικρή μου αγωνίστρια, 
το μικρό μου φεγγαράκι.
Γιορτάζει και μεγαλώνει. 
Μεγαλώνει και κάνει ξεχωριστές τις μέρες μας.
 Αγκαλιάζει σφιχτά τον μπαμπά της, 
ψάχνει σ όλα τα δωμάτια τον αδερφό της , παίζει μαζί του,
ανοίγει τα χέρια και τρέχει να την χώσω στην αγκαλιά μου,
 ανεβαίνει στο σκαμπό της, να φτιάξουμε γλυκά μαζί ,
φωνάζει πεισμωμένα και αποφασιστικά όχι,
 βάζει τα παπούτσια μου  και κυκλοφορεί,
 ταίζει τις κούκλες της 
και φέρνει τρία τρία τα "βλιβλια" να διαβάσουμε.
Η Κατερίνα μου, το γλυκό μας κοριτσάκι, η μικρούλα μου πασχαλίτσα ...
Είμαι πολύ χαρούμενη σήμερα, γιορτάζω το κοριτσάκι μου.
Γιορτάζω τις Κατερίνες της ζωής μου.
Χρόνια σας Πολλά 
Καλημέρα 

Όταν περνώ για να σε ιδώ

αχ πώς με βασανίζεις
έχεις κεφτέδες στη φωτιά
αχ, Κατερίνα μου γλυκιά
και γλυκοτηγανίζεις



Αμάν Κατερίνα μου
κούζουμ Κατερίνα μου
τα παραπονάκια μου θέλω να στα πω
μάτια σαν τα κάστανα
μ’ έβαλαν στα βάσανα
κι όλο από την πόρτα σου θέλω να περνώ



Έχεις τσουκάλι πήλινο
και ψήνεις φασουλάδα
κι εγώ απ’ την λαχτάρα μου
παίζοντας την κιθάρα μου
σου κάνω πατινάδα



Αμάν Κατερίνα μου
κούζουμ Κατερίνα μου
τα παραπονάκια μου θέλω να στα πω
μάτια σαν τα κάστανα
μ’ έβαλαν στα βάσανα
κι όλο από την πόρτα σου θέλω να περνώ



Κάνεις ωραία σκορδαλιά
βάζεις περίσσιο λάδι
στην ταραμοσαλάτα σου
η σάλτσα η ντομάτα σου
που βάζεις στο πιλάφι


υ.γ. η φωτό του φετινού καλοκαιριύ απ τη θάλασσα που λατρεύει...

Πού πήγε;;