Σάββατο 14 Μαρτίου 2015

Πού ΄ναι η μάνα σου μωρή;


Διαβάζω πολύ τούτο τον καιρό.
 Φεύγει ο χειμώνας γιομάτος αράδες, βιβλία και ταξίδια.
 Και πάντα σαν διαβάζω νιώθω πως γίνομαι ένα πόντο πιο ψηλή.
 Ένα κλικ πιο άνθρωπος.
Μόλις πριν λίγο τέλειωσα το " Πού ΄ναι η μάνα σου μωρή". 
Της Δήμητρας Πέτρουλα. 
Κόρης του Σωτήρη Πέτρουλα.
 Και θείας του άλλου Σωτήρη Πέτρουλα που σκότωσαν το 1965,του φοιτητή.
 Καπετάνιος του ΕΛΑΣ ο πατέρας της. Κομμουνιστής. 
Και γι αυτό του ξεκλήρισαν την οικογένεια.
Κυριολεκτικά. 
Γυναίκα, παιδιά, αγέννητο εγγόνι, ανίψια, αδέρφια.
Και άφησαν ένα κοριτσάκι τριών χρονών να γυρίζει πάνω στα πτώματα και να θηλάζει το στήθος της σκοτωμένης του μητέρας.
 Εμφύλιος. Κτηνωδίες.
 Σαν αυτές που βλέπουμε απ τους Τζιχαντιστές σήμερα και τις κατηγορούμε, δεν τις αντέχουμε να τις βλέπουμε. 
Κτηνωδίες που γινόταν στην αυλή μας, στην πόρτα μας. 
Εγκλήματα που έμειναν δίχως καταδίκη. 
Και εκτός από το άδικο, σιγά σιγά και συστηματικά σπέρνουν λήθη.
Μέσα στα χέρια που χαιρετάνε ναζιστικά, μέσα στους αγκυλωτούς σταυρούς που υπάρχουν μπροστά στα μάτια μας. 
Ανεξέλεγκτα.
Σκέψεις απλές στο τέλειωμα ενός βιβλίου.
Σκέψεις για κείνο το αίμα που δεν σταμάτησε ποτέ να ζητάει αναπαμό.
Βιβλία, αράδες θησαυροί.
Προίκα.
Προίκα που γνώρισα νωρίς.
Τούτο το βιβλίο το έχω ξαναδιαβάσει στο γυμνάσιο. 
Θυμάμαι την Φιλιώ να μου το αφήνει στα χέρια, στην παλιότερη του έκδοση βέβαια, 
μα θυμάμαι την εικόνα της , σαν να μου αποθέτει στα χέρια θησαυρό. 
Θησαυρό που ανακαλύπτω όσο μεγαλώνω, μέρα τη μέρα , βιβλίο το βιβλίο. 
Πόσο ευγνωμοσύνη και περηφάνια νιώθω κάθε που κλείνω ξανά στη δεύτερη ανάγνωση, -την πιο ενήλικη- ένα από εκείνα βιβλία.
Γιατί ένα παιδί που μεγαλώνει διαβάζοντας τέτοια βιβλία, είναι τουλάχιστον τυχερό. 
Τα χουμε ξαναπεί όμως αυτά.
Ευχαριστώ Φιλιώ μου, ευχαριστώ Δημητράκημ

Πρόσφατα διάβασα πως η Δήμητρα Πέτρουλα ψάχνει να βρει μια φωτογραφία του σκοτωμένου της πατέρα, γιατί δεν θυμάται την εικόνα του.
Μόνο τα δάκρυά του.
Καλό βράδυ.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

8 του Μάρτη

Γυναίκα.
Σαν παλέτα.
Συναισθημάτων, ιδιοτήτων, ευθυνών.
Σαν το αχνορόζ της αυγής.
 Της κάθε χαραυγής.
Μέρας, αρχής, ονείρων.
Μακριά από εκείνο το κακόγουστο ροζ, που προσπαθεί να μας βαφτίσει πριγκίπισσες
 και να μας φορέσει κορώνες.
Το ροζ το καθάριο της ζωής.
Της αλήθειας.
 Φωλιασμένο βαθιά .
 Απ την πρώτη λέξη  μέχρι την ύστατη.
Αρμονική εναλλαγή με κόκκινο.
Κόκκινο το χρώμα, αγώνας, μόχθος και δουλειά.
Σκληρή δουλειά.
 Απλήρωτος μόχθος.
Κουρασμένα κορμιά, ρυτιδιασμένα μέτωπα.
Ψηλά υψωμένη γροθιά.
Γυναίκα μπροστά.
 Απ τον άντρα, τα  παιδιά, το πλήθος.
Και γαρούφαλλο στο πέτο.
Κόκκινο.
Και κείνο το μαύρο.
Για τις ελπίδες που χρόνια τώρα, μας ακυρώνουν.
Μας στερούν.
Για τα παιδιά της ξενιτιάς και τα αγγόνια που γελούν μακρινά.
Μέσα από καλώδια ή οθόνες. Δίχως ένα χάδι.
Μαύρο για τούτη τη ζωή της στέρησης.

Για τον γιο που παλεύει με την ανεργία χρόνια ,
 για την κόρη που  ίσα που τα καταφέρνει με τους πετσοκομμένους μισθούς,
για τη σύνταξη- ελεημοσύνη .
Μαύρο για το ξεπούλημα, την στερημένη περηφάνια και την κατάντια τούτου του λαού.
Μαύρο.
Για τις απολύσεις,
για τις αυτοκτονίες,
 για τις ελπίδες που μας δίνουν και είναι ψεύτικες.
Μαύρο σε αντιδιαστολή με το κόκκινο.
Το κόκκινο που μας έχει απομείνει.
Και κείνη την σφιχτά ορθωμένη γροθιά.
Το κόκκινο σαν χρώμα, σαν γυναίκα.
Και ο κόσμος δίχως το κόκκινο ξεθωριάζει.

Γράφτηκε για την γιορτή της Γυναίκας, του Συλλόγου Γυναικών Μανταμάδου, στο Πολύκεντρο του χωριού στις 8 του Μάρτη 2015.
Φιλιώ μου σ ευχαριστώ πάντα...

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2014

Η θάλασσα





Η Θάλασσα

Μουσική: Θέμης Καραμουρατίδης
Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου
Δίσκος: Πρώτες Λέξεις
Δισκογραφική: Feelgood

Tην άκουσα τη θάλασσα
Τα κύμματα να λύνει
Δεν είχα φίλους ναυτικούς
Τσιγάρο άναψα γι’ αυτούς
Που το νερό τους πίνει

Τον άκουσα τον άνεμο
Με δέντρα να παλεύει
Να σπάει στο γόνατο κλαδί
Να μετανοιώνει σαν παιδί
Τα φύλλα να χαϊδεύει


Τον άκουσα τον κεραυνό
Τα κρίματα να καίει
Με την λεπίδα του γυμνή
Κι έκανα μία προσευχή
Γι’ αυτόν που πρώτος φταίει.

Σε άκουσα που έκλαιγες
Κι ήθελες να γυρίσω
Δεν τους γυρνάς τους ποταμούς
Τσιγάρο άναψα γι’ αυτούς
Που πίσω μου θ’ αφήσω.


Νέος δίσκος της Νατάσας Μποφίλιου, καινούριο τραγούδι,καλησπέρα σας

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Το ποτάμι - Μάλαμας & Μποφίλιου


Σωκράτης Μάλαμας & Νατάσσα Μποφίλιου – Το Ποτάμι Lyric Video

Μουσική: Θέμης Καραμουρατίδης
Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου

Γύρισα πάλι στα ίδια μέρη
Κι εκεί που όλα μοιάζαν ξένα
Κάτι μου θύμισε εσένα
Κι είπα, εδώ είναι η πατρίδα
Το φως που ξέρω και με ξέρει.

Κοίταξα μέσα από το τζάμι
Κι είδα στρωμένο το τραπέζι
Δίπλα η κόρη μου να παίζει
Κι είπα, εδώ θέλω να ζήσω
Εδώ κυλάει το ποτάμι.

Άλλοτε πέτρα, άλλοτε σφαίρα 
Που δεν μπορεί να κάνει πίσω
Σαν να κρατιέμαι απ’ τον αέρα
Ψάχνω μια γη για να πατήσω.


Έφευγα πάντα σαν το βέλος
Βρήκα ανοιχτό ουρανό και πήγα
Έψαξα αλλού και βρήκα λίγα
Κάποτε ήμουνα των άλλων
Τώρα δικός σας ως το τέλος.

Καινούριο τραγούδι, σαν από γνώριμο, σαν από πάντα.
Και έχουν μια μαγεία τα καινούρια τραγούδια, του απάτητου, του καθαρού 
να παλεύουν να τρυπώσουν στις ζωές, τις καρδιές μέχρι να γίνουν εικόνα και μνήμη..
Καλό βράδυ.

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Τσέρι



Να γράψω θέλω σ' αγαπώ πολύ
να πάψω θέλω γι' αυτό θα πιω πολύ
Παλιά κομμάτια που χόρευες θα βρω
ποια ξένα μάτια σε βλέπουν θησαυρό

Απόψε η νύχτα μοιάζει μ' απειλή
μεγάλη νύχτα κι εγώ μικρός πολύ
Λευκά σεντόνια ριγμένα στη καρδιά
για μένα χιόνια και γι' άλλους μυρωδιά

Νύχτα πάρ' την τη σκέφτομαι ξανά
κάνει πάρτι το χθες και με πονά
Νύχτα ζήτα με μπροστά της για χορό
γι' αγάπη κλαίω μα δεν τη συγχωρώ

Στενά μπαλκόνια, δειλινά στενά
καρδιές μπαλόνια πετούν στο πουθενά
Ποτάμι μαύρο στις φλέβες μου κυλάς
κι ας μην ξανάβρω τον τρόπο που φιλάς

Νύχτα παρ' την τη σκέφτομαι ξανά
κάνει πάρτι το χθες και με πονά
Νύχτα ρίξε με σαν άστρο στο κενό
γι' αγάπη κλαίω μα δεν τη συγκινώ


Πάει καιρός που έχω να πιάσω στα χέρια μου ετούτο το μπλοκάκι.
Μαζί μ ένα σφηνάκι τσέρι και δυο κάρβουνα που ξεθωριάζουν.
Αλλάζει η μέρα, η βδομάδα, ο μήνας, η εποχή.
Ο Δεκέμβρης που για χρόνια φάνταζε μακρινός και απρόσιτος.
Οι σελίδες που γεμίζουν και γεννάνε όνειρα.
Η φωτιά που πήρε πάλι φέτος τη θέση της θάλασσας.
Τα πορτοκάλια που θα γίνουν γλυκό.
Τα ρόδια που έγιναν αλκοόλ.
Η μάνα που ανέβηκε στη θέση της πάλι.
Τα παιδιά, οι δρόμοι, οι σκέψεις, οι θύμησες.
Και ένα εξώφυλλο, που μένει σαν τελευταία ελπίδα του αποχωρισμού.
Τραγουδάμε απόψε, τραγούδια που άφησαν σημάδι, βαριά, ήσυχα, ταξιδιάρικα, σαν αυτά που έμαθα ν αγαπώ μέσα απ τις στάχτες.
Τσούζει το τσέρι, παραπάνω το αλκοόλ που άφησα να αλλοιώσει τη γλύκα του βύσσινου.
Τσούζουν και οι αποφάσεις.
Τραγούδι και καλό βράδυ.

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Καίω εσένα - Χαρούλα Αλεξίου


Καίω εσένα
Στίχοι Νίκος Μωραίτης
Μουσική Στάθης Δρογώσης


 Απόψε καίω παλιές φωτογραφίες
Αυτόν τον τρόπο έχω για να ζεσταθώ
καίω την εκδρομή την πρώτη μας στη Σαντορίνη
Καίω κι το φιλί 
Εκείνο στο Λυκαβηττό
Κι αυτή τη θάλασσα που πιάναμε στα χέρια
Κι αυτό τον ήλιο που ανάβαμε τα καλοκαίρια

Καίω εσένα, καίω εμένα,
καίω τα όνειρά μου τα σταματημένα
Καίω εσένα, καίω εμένα
καίω μαζί κι όλα τα σώματα τα ερωτευμένα

Αυτή η φλόγα να λυγάει το κοίταγμά σου
αυτή τη φλόγα να ζαρώνει ότι αγαπώ
κοίτα πώς γίνεται 
ααπόψε σσκόνη η ομορφιά σου
Κοίτα πώς γίνεσαι
μια στάχτη μες στον ουρανό
Καίω τον τρόπο που κοιταζόταν τα κορμιά μας
Καίω τον τρόπο που αγκαλιαζόνταν τα βλέμματά μας.



Καινούριο τραγούδι, καινούρια Χαρούλα, το συναίσθημα ανεξίτηλο...

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014

Παρακαμούδα



Τ απογεύματα του καλοκαιριού , όταν οι δουλειές του σπιτιού θα χαν τελειώσει ,το μεσημέριανο τραπέζι θα χε μαζευτεί, τα πιάτα θα ήταν στα ντουλάπια καθαρά και οι άντρες θα είχαν κινήσει για τη δεύτερη βάρδια της ημέρας η τον καφενέ, οι γυναίκες θα ριχναν μια τελευταία μάτια στην ακρατοσύνη του σπιτιού και θα 'βγαιναν έξω στα σκαλιά , μια μια μέχρι να ολοκληρώσει την απαρτία της η γειτονιά.

Στ παρακαμούδα.
Μαζί τους η καθεμία θα κουβαλούσε σα μικρό παιδί ένα εργοχειρο. Σε λίγη ώρα θα 'βλεπες στη σειρά παραταγμενα σκυμμενα γυναικεία κεφάλια. 
Οι μανάδες με τα δύσκολα κεντήματα.


Κοφτά, φουσκωτά, πεταχτές, πλακέ, λευκαδίτικα, ροδιτικα, σταμπωτα τα περισσότερα απ τις ίδιες, με καρμπόν πατιτουρα απ το αρχικό σχέδιο που ξεσηκωναν από περιοδικα. Οι γιαγιάδες, ένεκα περιορισμένης όρασης, μ ένα πλεκτό με νήμα , που το χαν μάθει τυφλοσουρτι. Στην αρχή ελυναν τα τσεμπερια απ το κεφάλι. Μετα άφηναν το χέρι  να φεύγει μόνο του,  μαζί με τα σχόλια, για την ημέρα που πέρασε, για τη ζέστη, για τις έννοιες. Το μικρό δαχτυλάκι τους όρθιο, σαν φυσικό στήριγμα στο νήμα. Και στο πλάι το κουβάρι όμορφα παραταγμενο σε μικρά πανερια που στο τέλος αποθεταν τα γυαλιά και το πλεκτό.


Και στην άκρη της σκάλας, για να ξεφεύγουμε πιο εύκολα, εμείς οι μικρές.
 Ξεκιναγαμε όλες με τα χοντρά μαξιλαρακια που γινόταν και κάδρα με μάλλινες κλωστές.

Μέχρι να μάθω την σταυροβελονια δύο τέτοια τελείωσα. 
Μια Χιονάτη και μια κοκκινοσκουφίτσα. 
Το επόμενο στάδιο ήταν οι μουλινεδες. 
Μικρά μαξιλαρακια για αρχή έτοιμα σταμπωτα, μετα ασορτί σεμαιδακια, καρεδακια και τραπεζομαντηλα.
 Ένα τέτοιο τραπεζομαντηλο μισοτελειωμενο περιμένει στο βάθος της ντουλάπας μου, μόνο και μόνο για ακούω την μάνα να γκρινιάζει.
 Τελείωσε το η φερ'το να το τελειώνω... 
Μόνο και μόνο να μου θυμίζει εκείνα τα απογεύματα.
Μέσα απ τις κλωστές του κάθε εργοχειρου, έβλεπες τα χρονια να περνούν.
 Ξεκιναγαμε εμείς η νέα γενιά με λογιω λογιω χρωματα μουλινεδες. Στη σειρά μέσα στα κουτάκια "Πεταλούδα" μαζί με ένα ψαλιδακι μικρό και μια δαχτυλιθρα. Στο καπάκι του κουτιού αχνογραμμενοι οι αριθμοί των μουλινεδων, προς αποφυγή αντιαισθητικων διχρωμιων... Α και το απαραίτητο ξύλινο τελάρο για να κρατάει τεντωμένο το εργοχειρο.
Οι μανάδες μας με πιο διακριτικους χρωματισμούς.
 Γκρι, μπεζ, καφέ, λάδι, χακί. Για πιο επίσημες περιστάσεις.
Και στην άκρη της Ιριδας στο μπεζ ή το λευκό οι γιαγιάδες μας. 
Θαρρείς και το πέρασμα των χρόνων έφερνε αυτή την λιτή μάτια των πραγμάτων, την απεξάρτηση της ζωής απ τα περιττά.
Το απογευματινό εργοχειρο εκτός απ το πρακτικό κομμάτι του, δλδ την προετοιμασία της προικας του σπιτιού, έκρυβε πολλά μικρά νοσταλγικά κομμάτια.
Έκρυβε τη χαλάρωση της γυναίκας του χωριού, την ξεκούραση της .
 Έκρυβε ένα είδος ενασχόλησης δημιουργικής, ένα χόμπι. 
Έκρυβε το άγχος που γλιστρούσε μαζι με κάθε βελονια. 
Έκρυβε την παρέα, το γέλιο, τα ανέκδοτα, τις στενοχώριες, τις συμβουλές, τα κουτσομπολιά,τν αφλουγή, τις ελπίδες. 
Έκρυβε ένα μικρό συναγωνισμό, για το τελικό αποτέλεσμα, το μερακι της καθεμιάς, τη γρηγοραδα της.
 Έκρυβε ανάσες το εργοχειρο, παρηγοριά, μια σταλιά ραχατιου και δύο νήματα αγάπης. 
Την αγάπη που συναντάω κάθε που ανοίγω τα συρτάρια με τα κεντήματα της μάνας. 
Την αγάπη κάθε μανας για την κόρη η το γιο. 
Την ελπίδα να φτιάξουν ένα όμορφο σπιτικό στο μέλλον. Μια όμορφα στολισμένη οικογένεια.
Η ίδια ιστορία κάθε μέρα του καλοκαιριού. 
Μέχρι που ν ακουγόταν η μελωδική καμπάνα τ Αν-Βασίλη που σήμαινε εσπερινό.
Τότε τα πόδια θα κατεβαιναν από το σταυροπόδι, οι γιαγιάδες θα βγαζαν τα γυαλιά και θα τα τοποθετούσαν όμορφα μέσα στο πανερι μαζί με το πλεκτό.
Φτου ξελευθερια και για τις μικρές. Το παιχνίδι είχε ήδη αρχίσει.
Από τότε μέχρι τώρα τα εργοχειρα έχουν λιγοστεψει, οι γειτονιές άδειασαν, τα γέλια αραιωσαν. 
Ο κόσμος κλείνεται πιο εύκολα στα σπίτια του παντού, μπροστά σε μια οθόνη. 
Αγαλιαζει η ψυχή μου κάθε που βλέπω μαζεμενη γειτονιά. Και ας μην είναι το κέντημα πλέον το θέμα. 
Είναι η παρέα το ζητούμενο.
Η παρακαμούδα.
Γιατί πλέον τα έθιμα απλοποιηθηκαν, μαζί με τις ανάγκες του νοικοκυριού. Τα έπιπλα άλλαξαν , σπάνια στολιζονται τα σεμαιδακια. 
Μα, κάθε που μπαίνω σε σπίτι στολισμένο με εργοχειρα, οσμιζομαι σπίτι φτιαγμένο με αγάπη, με έννοια, σκυμμενα γυναικεία κεφάλια σε παράταξη, και πολλά πολλά αληθινά γέλια και πειράγματα.

Στην ασπρόμαυρη φωτογραφία μια θεια της γιαγιά μου
με το τσεμπέρι και τ αδράχτ' να κλώθ' το νήμα.
Γι αυτή θα τα πούμε σ άλλο ποστ...

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Βιβλία



Το κεφάλαιο βιβλίο
ήταν κ είναι στη ζωή μου ένα απ τα πιο σημαντικά.
Ξεκινάει νωρίς, προσχολικά.
Σε μια προφεστιβαλική της ΚΝΕ, στην Τσαντήρα,  στο χωριό,
μετά από ένα διαγωνισμό ζωγραφικής,
εκεί στον πάγκο με τα βιβλία κολλημένη,
μέχρι που ζήτησα από μια απ τις διοργανώτριες να μ αφήσει να πάω στη μαμά,
να πάρω λεφτά για ν αγοράσω ένα βιβλίο 
                                                                                            Κ ήταν χαρά παιδική,καθαρή
                        όταν την άκουσα να λέει πως είχα ήδη κερδίσει την Ειρήνη του Αριστοφάνη από τη ζωγραφιά μου...
Μετά ήρθε η Δεύτερη Πατρίδα,
δώρο της μάνας μου μετά από μια επίσκεψη τους στη  Μυτιλήνη....
Και κάπου εκεί ξεκινάει το ταξίδι...
Είχα ανθρώπους γύρω μου που βοηθούσαν σε κάθε μου βουτι,ά σ εκείνο τον μαγικό κόσμο.
Η κυρία Στρατούλα, η Χάιντι στην αρχή,
κ σε κάθε μου γιορτή και ένα βιβλίο...
Από εκείνη κ μετά τα δώρα που αγσπώ κ είναι για πάντα είναι τα βιβλία.
Ο θείος Αποστόλης Γροσομανίδης ,
με την τεράστια του πολιτική βιβλίοθήκη.
Ξημερώματα θυμάμαι έκλεινα το φως : Οδός Αβύσσου αριθμός 0, το 48 χωρίς φεγγάρι, πώς δενότανε τ ατσάλι ,
αμέτρητοι οι τίτλοι, μπόλιασμα στη παιδική μου ψυχή..
Πίσω από μένα η γιαγιά Δήμητρα κ ο θείος Νίκος να ακολουθούν μαζί με μένα την ανάγνωση τους...
Και κάπου εκεί ,ήρθε η βιβλιοθήκη της Φιλιώς κ του Δημήτρη, να μου ανοίξει άλλες πόρτες ανάγνωσης.
                                                                Καζαντζάκης, Λουντέμης, Μυριβήλης, Σωτηρίου,
                                                                      συγγραφείς, τίτλοι, εκδόσεις χωρίς τέλος...
Το διάβασμα είχε γίνει ανάγκη πια...
Και από τότε μέχρι τώρα, όλοι οι αγαπημένοι μου διαβάζουν...
Ταξιδεύουν μαζί μου.
Βαλτώνουν, ανασταίνονται, γελάνε, κλαίνε...
Τα βιβλία... 
εκείνα που έχω, αυτά που έχω δανειστεί, τ άλλα που χω χάσει, εκείνα που μου χάρισαν, όλα μαζί με μεγάλωσαν, με μεγαλώνουν, με αντέχουν, τ αγαπάω...
Κ η αγάπη τούτη, έρχεται να μπει στα μικρά μου....
Τα παραμύθια τους τα βράδια, ο μεγάλος που φέτος πήρε στο χωριό τον Δον Κιχώτη, η μικρή που ξαπλώνει στο κρεβάτι δίπλα μου, βάζει το ένα πόδι πάνω στο άλλο κ κάνει πως διαβάζει...
Θαρρώ πως το διάβασμα δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα.
Είναι ένα  ξεχωριστό κεφάλαιο στη ζωή μου.
Στη ζωή καθενός που αγαπάει το διάβασμα...
-Κάπου ανάμεσα στην Αλιέντε, τον Καραγάτση κ στον Καζαντζάκη-
Καλησπέρα είπαμε;;;
Η αφορμή για τούτο το ποστ αυτό
http://www.inewsgr.com/96/diavaste-ti-prokalei-sto-myalo-i-anagnosi-enos-vivliou.htm

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Μουσκάλτσετα


Ήταν γύρω στο 1986-87. 
Σ ένα ταξίδι του αδερφού της μάνας μου,στη Βουλγαρία, μετά τη διάγνωση του καρκίνου, για θεραπευτικούς λόγους- μπας και-
μαζί με τις ελάχιστες θετικές ενδείξεις, έφερε και δωράκια.
Το κάθενα αντικείμενο κουβαλούσε κάτι από την αστείρευτη του ελπίδα, κάτι από τον πόνο και την πίκρα των υπόλοιπων που ήξεραν,
 κάτι απ τη δική μας παιδική ματιά,
 και κάτι ακόμα απροσδιόριστο που έμεινε χρόνια τώρα ,να κρύβεται πάνω απ το σύνθετο έπιπλο της τραπεζαρίας, πλάι στην εφημερίδα της αναγγελίας του θανάτου του κάτω από το κενό που άφησε φεύγοντας.
Η αίσθηση του ξύλου ,ανάκατη με την μυρωδιά του ροδόνερου,οι διηγήσεις του για απέραντα χωράφια από ροζ τριαντάφυλλα μου είχαν εξάψει την φαντασία.
Τα μάτια του σπιθίριζαν...
Μακάρι να μην έφευγε τόσο νωρίς... 
Είχα τόσα να μοιραστώ μαζί του... βιβλία, πεποιθήσεις, κουβέντες, κόμμα, απόψεις, εικόνες ανθρώπους ,στιγμές...
Τούτη λοιπόν τη "Μουσκάλτσετα"- όπως έμαθα οτι λέγεται, ανακάλυψα τυχαία -σ ένα απ τα μαγαζιά που θα μπορούσα να περάσω μια ολόκληρη μέρα χαζεύοντας -και μου φερε στο μυαλό το ταξίδι του εκείνο. Παλιά, φθαρμένη, θαρρείς και είναι από τότε...
Και μέσα ατόφιο το δείγμα από ροδόνερο, άρωμα φρεσκάδας και άλλης εποχής...
Καλημέρα είπαμε;;;


Μουσκαλτσέτα






Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014

Θρόνος


Η νονά μου είναι απ το χωριό. 
Είναι απ τη διπλανή γειτονιά μας, την Μπαμπατσιά.
 Το σπίτι της είναι πάντα απ τους αγαπημένους μου προορισμούς όποτε πάω στο χωριό. Σαν τοτε.
Δυό διαφορετικές διαδρομές, οι κοντινότερες ,μέσα στα σοκάκια του χωριού. Εγκαταλλελειμένα σπίτια- χάλαντρα κ μικροσόκακα με τα νυχτολούλουδα στις άκρες. Το πιο κοντινό απ όλα κ το πιο τρομαχτικό στα μάτια μου τότε, τις νύχτες του χειμώνα που έψαχνα αφορμή να ξεφύγω απ το διάβασμα, είναι το στενό της θεία- Ελευθερίας,  το περνούσα τρεχοντας. ίσα να φτάσω στης νονάς μου.
Θ άνοιγα την πόρτα της αυλής, μακρόστενη γεμάτη με λουλούδια και θα φώναζα Νουνάαααα και θα μπαινα μέσα. 
Ούτε χτυπαγα πόρτες  τότε ,ούτε ππεριμένα απάντηση.
ΕΚεί στο παλιό κουζινάκι της νονάς μου είχα το δικό μου μέρος να κάθομαι.
Κάτσε στον τόπος- μου λεγε και κείνη και ο νονός μου ,και σκαρφάλωνα στον θρόνο μου...
Η νονά μου είχε δυό νεροχύτες στο κουζινάκι. 
 Ο ένας μαρμάρινος, ήταν συνεχώς σε χρήση.- απ τις πιο καλές νοικοκυρές, και ακόμα καλύτερη ζαχαροπλάστισσα....
Ο άλλος νεροχύτης ανοξείδωτος, με μια γούρνα, και στο πλάι εκείνο τον πάγκο που ακουμπάμε τα πλυμμένα πιάτα. Από κάτω δεν υπήρχέ ντουλάπι αλλά η νονά είχε κρεμάσει κουρτινάκι, το καρπάν'.
Εκεί ήταν πάντα η θέση μου, να κουνάω τα πόδια ρυθμικά στο από κάτω άνοιγμα και να νιώθω ξεχωριστή.
Απέναντι στο τραπέζι συνήθως ήταν ο νονός μου .... Μας άφησε πριν μερικά χρόνια απότομα...
Αρχοντάνθρωπος μελαχροινός και μερακλής.
Τ απογεύματα μετά το χωράφι έτρωγε το τσάι του.
 Με ένα αργενιώτικο παξιμάδι και ένα κομμάτι λαδοτύρι, εκείνος τα φτιαχνε.
 Το λαδοτύρι, δεν το τρωγε απλά μαζί με το τσάι. 
Το κοβε κομμάτια και το ριχνε στη φλυτζάνα με το καυτό τσάι, να λιώσει και να αφήσει μια αλμυρόγλυκη γεύση στο αφέψημα...
Η νονά απέναντι συνήθως έπλεκε εκείνη την ώρα και έριχνε κρυφές ματιές στον άντρα μην χρειαζόταν τόποτα.
Και γω απ το θρόνο μου,  με μια ιδιαίτερη χαρά εκείνες τις στιγμές έμπαινα στην θαλπωρή ενός απογεύματος στο σπίτι της νουνάς μου, πάντα κουνώντας ρυθμικά τα πόδια απ τη χαρά μου.Μόνο όταν ήταν η μάνα μου μαζί με μάλωνε να κάτσω σαν άνθρωπος σε μια καρέκλα...
Και αν άλλαξαν πλέον οι εικόνες, το κουζινάκι, το σπίτι, οι συνήθειες, και αν έφυγαν οι άνθρωποι,  τα χρόνια, εκείνη η αίσθηση θα μένει για πάντα.
Των παιδικών μου χρόνων πάνω στο δικό μου θρόνο...

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

Ένα φιλί - Χάρις Αλεξίου







Ένα φιλί -Χάρις Αλεξίου


Ποιός σκότωσε τα όνειρα πες
ποιος εκοψε τόσες στιγμές
Τις μικρές ανθισμένες χαρές
Δείξε μου ποιός

Ποιός χρόνος περνώντας κι αυτός 
Μ ένα δρεπάνι σκυφτός
Μου στέρησε όλο το φως
Αχ ένα φιλί

Στην πόλη οδηγώντας αργά 
Τα σπίτια μπαλκόνια γυρτά
Ζωές που θα κρύβουν και αυτά
Πώς έγινε δες
Πώς στένεψαν τόσο οι οροφές
Πώς γίναν φωτιά οι καρδιές
Ποιός σκότωσε τα όνειρα πες

Ένα φιλί 
Και τα όνειρα γίνονται πάλι
Θέλω ένα φιλί
μόνο ένα φιλί
Η ζωή δανεικιά και μικρή
μα στα χείλη σου μοιάζει μεγάλη
Θέλω ένα φιλί
Μόνο ένα φιλί.

Σε βρίσκω στο πλήθος ξανά
στους δρόμους που η πόλη σχολά
Απρόβλεπτη που είναι η ομορφιά
πάλι γελάς

Αμήχανα λίγο κοιτάς 
Τί κοιτάς
Αγκαλιά ν με πάρεις δες
Κανείς δεν μας σκότωσε εμάς

Ένα φιλί 
Και τα όνειρα γίνονται πάλι
Θέλω ένα φιλί
μόνο ένα φιλί
Η ζωή δανεικιά και μικρή
μα στα χείλη σου μοιάζει μεγάλη
Θέλω ένα φιλί
Μόνο ένα φιλί.

Χτες μόλις κυκλοφόρησε.
Καινούρια Χαρούλα, κςςςαινούριο κομμάτι, και κάτι μου λέει πως θα τραγουδηθεί πολύ.
Καλημέρα είπαμε;;;

Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

Ένα φιλί από δυόσμο



Ένα φιλί από δυόσμο

Ένα φιλί ήταν μόνο, μα ένα φιλί ήταν τόσα πολλά
Ένα φιλί δικό σου πιο ακριβο από χίλια φιλιά

Ένα φιλί από σένα άνοιξε όλα μου τα μυστικά
Κι άλλο φιλί κανένα το χρόνο τώρα πια δεν σταματά
Όλη η σιωπή σ' ένα φιλί.

Ένα φιλί από δυόσμο, χώρισα από τον κοσμο 
και η νύχτα με έβγαλε στην ερημιά 
Μια ανατολή, φως μου, μ' ένα φιλί δως μου, 
ένα φιλί από βροχή και φωτιά

Ένα φιλί δικό σου κι ας είναι σαν τα φιλιά που σκορπάς
Που δίνεις στο όνειρο σου και έχεις ξεχάσει το πρωί που ξυπνάς

Μα ενώ την πόρτα κλείνεις
Από τα χείλη σου φεύγει πουλί που τα φτερά του ανοίγει
Και ανεβαίνει στου ουρανού το νησι
Μια αναπνοή, με ένα φιλί

Ένα φιλί δως μου μια ανατολή, φως μου
Η νύχτα με έβγαλε στο πουθενά
Χώρισα από τον κόσμο ένα φιλί από δυόσμο
Και όλο τον δρόμο εγώ θα κάνω εγώ ξανά
Μια ανατολή φως μου, ένα φιλί δως μου
Ένα φιλί από δυόσμο, χώρισα από τον κόσμο
Και η νύχτα με έβγαλε στην ερημιά
Μια ανατολή φως μου, ένα φιλί δως μου
Ένα φιλί από βροχή και φωτιά.

Νέο τραγούδι της Νατάσας, στο δίσκο του Φάμελου...
Καλησπέρα...
Χρόνια πολλά μπαμπάδες...

Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014

Ασπροπόταμος



Η φωτογραφία αυτή ανέβηκε σήμερα το πρωί στο facebook....
Και με πήγε χρόνια πίσω...
Στα μεσημέρια του καλοκαιριού....
.....Μια φωνή της μάνας θα διέκοπτε τον μεσημεριανό απαραίτητο υπνάκο γύρω στις τρεισίμιση...
Μπάνιο...
Χωρίς δεύτερη κουβέντα σφεντόνες γινόμασταν και κατεβαίναμε τη ξύλινη σκάλα του σπιτιού.
Μαγιώ, καπέλα, κάτι χαβλού σορτσάκια με τη ρίγα στο πλάι, σαγιονάρες και δρόμο για τοφορτηγό. Το πράσινο.
Με δυό κινήσεις πάνω στην καρότσα ,κολλάγαμε στην καμπίνα, τα χέρια σφιχτά στο σιδερένιο σωλήνα που έδενε ο πατέρας τα μοσχάρια για την μεταφορά τους.
Με το μυαλό η πρώτη βουτιά είχε ήδη γίνει.
Και φτάναμε.
Πρώτα από μακριά , η εικόνα τούτη.
Το σπίτι,τότε ασβεστωμένο,παλιό εξοχικό της νονάς του αδερφού μου.
Με την ίδια αίσθηση που απέπνεαν όλα τα σπίτια τότε.
Ελευθερία,καλοκαίρι και ξεγνοιασιά.
Ύστερα η ίδια μυρωδιά.
Στάχυ, θυμάρι,αλυγαριά καμμένα απ τον ήλιο του μεσημεριού ,θαρρείς και προσπαθούσαν να πετάξουν από πάνω τους ,
ότι πιο βαρύ τους απέμεινε.... 
Το άρωμα.
Ανέδινε η γης καλοκαίρι....
Φεύγαμε  βολίδες ο ένας να περάσει τον άλλο, πάντα ο Αποστόλης πιο σβέλτος,
στο στενάκι, 
κάναμε δεξιά και κει γέμιζε το μάτι ουρανό και θάλασσα...
Ο Ασπροπόταμος έχει πολλά φύκια, που μας κράταγαν την ορμή 
 και τις σαγιονάρες κολλημένες πάνω τους.
Η βουτιά θα ήταν κατευθείαν και σύντομη...
Θα φτάναμε μέχρι εκεί που δεν πατούσαμε και θα γυρίζαμε βιαστικά.
Πάντα βιαστικά τα μπάνια  με τον πατέρα μου.
 Οι δουλειές περίμεναν, τα ζώα ήθελαν τάισμα και το μαγαζί γύρω στις τεσσεράμιση άνοιγμα.
Γκρινιάζαμε στο φευγιό, δεν πήγαιναν τα πόδια τώρα...σέρνονταν...-ποιό παιδί χόρτασε ποτέ παιχνίδι και θάλασσα;
Μούσκεμα θα σκαρφαλώναμε στην καυτή απ το λιοπύρι καρότσα.
Θα μας στέγνωνε ο αέρας εκεί κατά τον Άη- Γιώργη.
Και θα 'μενε η αλμύρα να ξασπρίζει χέρια και τα πρόσωπα.
Συναγωνισμός για την αλμύρα, η δοκιμή με τη γλώσσα και μόλις φάνηκε το χωριό απ τις στροφές...
Χορτασμένοι ...
Ταξίδι μακρινό η εικόνα τούτη σήμερα.
Εικόνα, μνήμη, μυρωδιά και γεύση....


Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

Καλό ταξίδι Αλλουφάνη...

Καλό ταξίδι Σύντροφε...
Ας βρει αναπαμό η ψυχή σου ...
Εδώ  αναλυτικά...
Η μπλογκόσφαιρα πενθεί...
Καλό βράδυ...

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2014

Εφτά....












Έχει γίνει ολόκληρο αντράκι.
Τον παρατηρώ συχνά να γελάει, να παίζει μπάλα,να διαβάζει,να φτιάχνει καραγκιόζηδες, να γράφει,να φωνάζει,να μιλάει σοφά,να αγκαλιάζει την αδερφή του,να  έχει μουσικές προτιμήσεις,να χορεύει,να εκφράζει τα συναισθήματά του....

Όσο μεγαλώνει μοιάζει στον πατέρα του,τον έχει πρότυπο, θέλει να μαστορεύει μαζί του, να παίζει μαζί του, να είναι ομάδα μαζί του...Τ αγόρια...



Είναι το ίδιο παιδί που 7 χρόνια πριν ακουμπούσε ολόκληρο στη φωλιά του λαιμού μου κ μου χάριζε το δώρο της μητρότητας.
Είναι το ίδιο παιδί που  με φώναξε πρώτη φορά μαμά κ με δίδαξε υπομονή, χαρά, παιδικότητα, κ καθαρή ψυχή.
Το μικρό μου μερμηγκάκι φέτος είναι τόσο ψηλό που ξαναχώρεσε στην καμάρα του λαιμού μου.
Κ εκεί στη συγκίνηση των ευχών για τα χτεσινά του γενέθλια, το βλέμμα του φώτισε από χαρά κ λίγη αμηχανία...
Το βλέμμα του χωράει όλη τη γλύκα του κόσμου...
Είμαι πολύ συγκινημένη φέτος ανάμεσα σε ετοιμασίες για το πάρτυ του σε δουλειά κ υποχρεώσεις, μα όταν έρχεται κ μου πετάει εκείνο το είσαι η καλύτερη μαμά του κόσμου γίνομαι χιλιάδες κομμάτια δύναμης....
Χρόνια πολλά αγόρι μου....
Χρόνια πολλά μικρέ μου Ηλιε...
Σ ευχαριστώ για όσα μου χαρίζεις καθημερινά...
Να είσαι γερός, να είσαι δυνατός κ να γίνεις ένας καλός άνθρωπος...






















Πού πήγε;;