Οι δρόμοι - Χάρις Αλεξίου
Εσύ κι εγώ κι οι δρόμοι,
το φως δε λέει συγγνώμη,
τρέμει, χαράζει κι ανασταίνεται,
μάτια που κλαίτε μ' αρρωσταίνετε
ζητώντας τ' όνειρο
μια ζωή παραμύθι κι όνειρο.
Κλειδί που σπάει στη μέση
η λογική μου κι η τρέλα μου
μια μολυβιά στη φανέλα μου
την Κυριακή σαν ξυπνήσω γέλα μου,
-φοβάμαι φως μου-
μ' ένα σώμα μια ψυχή
δίδυμος γκρεμός η ενοχή.
Εμείς οι δυό κι οι φόβοι
ψωμί ζεστό που κόβει
ένας εργάτης κάπου απέναντι
όσα σου δίνω είναι έναντι
σε κάποια πρέπει μου
μια ζωή να χωράει στη τσέπη μου
το φως δε λέει συγγνώμη,
τρέμει, χαράζει κι ανασταίνεται,
μάτια που κλαίτε μ' αρρωσταίνετε
ζητώντας τ' όνειρο
μια ζωή παραμύθι κι όνειρο.
Κλειδί που σπάει στη μέση
η λογική μου κι η τρέλα μου
μια μολυβιά στη φανέλα μου
την Κυριακή σαν ξυπνήσω γέλα μου,
-φοβάμαι φως μου-
μ' ένα σώμα μια ψυχή
δίδυμος γκρεμός η ενοχή.
Εμείς οι δυό κι οι φόβοι
ψωμί ζεστό που κόβει
ένας εργάτης κάπου απέναντι
όσα σου δίνω είναι έναντι
σε κάποια πρέπει μου
μια ζωή να χωράει στη τσέπη μου
Στίχο το στίχο, στροφή τη στροφή,
ολόκληρο το τραγούδι ερχόταν όλο το βράδυ στον ύπνο
μου και με ξύπναγε.
Έμπαινε στα όνειρά μου βασανιστικά,
σαν μια παρουσία που απουσιάζει,
σαν μια σκέψη που στοιχειώνει
ταλαιπωρεί τρελαίνει.
Παραμύθι και όνειρο.
Το πρώτο Σάββατο βράδυ μετά από μήνες.
Την Κυριακή σαν ξυπνήσω γέλα μου...
Οπωσδήποτε θάλασσα
Καλημέρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου